Υφίσταται πολύς πόνος στον κόσμο που ζούμε. Το θέμα του ανθρώπινου πόνου ελίσσεται μέσα από κάθε περίοδο της ιστορίας, καθώς προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις αιτίες του με έναν συλλογικό τρόπο. Ειδικά όταν ρωτάμε για το πώς ένας καλός Θεός μπορεί και επιτρέπει να υφίστανται βάσανα; Και για να είμαι ειλικρινής, δεν υπάρχει απάντηση που να έχω ακούσει και να με έχει κάνει να σκεφτώ, Α, τώρα καταλαβαίνω, και είμαι εντάξει με όλων των ειδών τα προβλήματα — τον καρκίνο, τις απαγωγές και τη φτώχια, τους πολέμους και όλων των ειδών τις φρικαλεότητες! Για να είμαι ειλικρινής, η κάθε απάντηση δεν δείχνει να μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά όλες τις τραγωδίες που συμβαίνουν.

Όταν ήμουν νέα και άκουγα κάποιον να κάνει αυτό το ερώτημα για το πώς μπορεί ένας καλός Θεός να επιτρέπει να συμβούν τόσο απαίσια πράγματα, θα ένοιωθα ένα κύμα πανικού, λες και αν δεν είχα τη σωστή απάντηση, αυτό θα έβαζε ένα τέλος στην πίστη κάποιου άλλου στον Θεό. Όμως όλοι μας έχουμε γνωρίσει ανθρώπους, οι οποίοι έχοντας υποστεί τρομακτικές απώλειες, βάσανα και πόνο, έχουν δυναμώσει την πίστη τους και την εμπιστοσύνη τους στον Θεό, ή και άλλους οι οποίοι μέσα απ’ όσα υποφέρουν έχουν οδηγηθεί στον Θεό. Βέβαια, υπάρχουν και άλλοι οι οποίοι έχοντας περάσει πόνο και βάσανα, έχουν πειστεί  ότι δεν υπάρχει Θεός ή αν υπάρχει, ότι νοιάζεται πολύ λίγο για όσα υποφέρουν τα δημιουργήματά Του. Έχω μάθει πως δεν υπάρχουν ξεκάθαρες απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα.

Η ιστορία του Ιησού όταν ανασταίνει τον Λάζαρο απ’ τους νεκρούς, μας προσφέρει κάποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες. 1 Ξεκινά απ’ όταν ο Ιησούς μαθαίνει ότι ο φίλος Του Λάζαρος ήταν πολύ άρρωστος και όμως αποφασίζει να παραμείνει άλλες δύο μέρες εκεί που ήταν και ξεκινά να πάει να τον δει, όταν μαθαίνει ότι ο Λάζαρος έχει ήδη πεθάνει. Η Μάρθα, η αδελφή του Λαζάρου, τρέχει βιαστικά να συναντήσει τον Ιησού μόλις Αυτός φθάνει εκεί.

«Κύριε», λέει η Μάρθα στον Ιησού, «Εάν ήσουν εδώ, ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει. Όμως γνωρίζω πως ακόμη και τώρα αν ζητήσεις κάτι απ’ τον Θεό, Αυτός θα σου το δώσει».

Ο Ιησούς της λέει, «Ο αδελφός σου θα αναστηθεί ξανά».

Η Μάρθα απάντησε, «Γνωρίζω πως θα αναστηθεί τη μέρα της ανάστασης, στην έσχατη ημέρα».

Της λέει ο Ιησούς, «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Εκείνος που πιστεύει σε Μένα θα ζήσει, ακόμα και αν έχει πεθάνει και όποιος ζει και πιστεύει σε Μένα, ποτέ δεν θα πεθάνει. Το πιστεύεις αυτό;»

«Ναι, Κύριε», αποκρίνεται αυτή, «Πιστεύω πως Εσύ είσαι ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού, που ήλθε στον κόσμο».

Κατόπιν, έρχεται η Μαρία και είναι κάπως περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη…

Όταν η Μαρία φθάνει εκεί που βρισκόταν ο Ιησούς και Τον βλέπει, πέφτει στα πόδια Του και λέει, «Κύριε, εάν ήσουν εδώ, ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει».

Όταν ο Ιησούς είδε πόσο θρηνούσε αυτή η ίδια και οι Ιουδαίοι που ήσαν εκεί, συγκινήθηκε στο πνεύμα και ταράχτηκε. «Πού τον έχετε τοποθετήσει;» τους ρωτά.

«Έλα να δεις, Κύριε», αποκρίθηκαν αυτοί.

Ο Ιησούς δάκρυσε. 2

Στη συνέχεια η ιστορία περιγράφει για το πώς ο Ιησούς φώναξε τον Λάζαρο και αυτός αναστήθηκε και βγήκε απ’ το μνήμα, παρότι ήταν πεθαμένος για τέσσερεις μέρες. Οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι έμειναν έκπληκτοι και πίστεψαν ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας. Όμως μερικοί συνέχισαν να μην πιστεύουν.

Η αντίδραση της Μαρίας σ’ αυτή την ιστορία είναι τόσο φυσιολογική και τόσο ανθρώπινη. Του λέει, «Κύριε, εάν Εσύ ήσουν εδώ, ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει!» Γνώριζε τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς και γνώριζε πως θα μπορούσε να είχε σώσει τον Λάζαρο. «Γιατί δεν ήλθες εγκαίρως. Εάν ήσουν εδώ, όλα θα ήταν καλύτερα τώρα». Ίσως κι εγώ να είχα πει κάτι παρόμοιο στον Ιησού.

Και τι έκανε ο Ιησούς; Δάκρυσε. Ένοιωσε τον πόνο τους. Ο Ιησούς γνώριζε ήδη μέσα Του ότι θα ανέστηνε τον Λάζαρο απ’ τους νεκρούς, επειδή το ανήγγελλε νωρίτερα στο κεφάλαιο. Όμως ο πόνος εκείνων που αγαπούσε, Τον συγκίνησε και έκλαψε κι Αυτός μαζί τους.

Κάτι άλλο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι πως μερικοί άνθρωποι, αν και είδαν εκείνη την ένδοξη, θαυματουργή ανάσταση να λαμβάνει χώρα μπροστά τους, παρ’ όλα αυτά, δεν πίστεψαν. Αυτό για μένα επιβεβαιώνει πως δεν έχει να κάνει για το πώς εγώ απαντώ στην ερώτηση στους άλλους, αλλά για το πώς την απαντώ σε εμένα την ίδια. Σ’ αυτή την ιστορία, βλέπω τα εξής:

  • Τον Ιησού να μην βιάζεται
  • Τον Ιησού να εμφανίζεται
  • Τον Ιησού να δακρύζει
  • Τον Ιησού να διαμεσολαβεί

Εμείς δεν έχουμε τον Ιησού σωματικά μαζί μας και μια ανάσταση απ’ τους νεκρούς, δεν είναι σχεδόν ποτέ ο τρόπος που μεσολαβεί ο Θεός, όμως νομίζω πως κάνει όλα τα παραπάνω.

Προσωπικά δεν νομίζω πως υπάρχει πλήρης και ικανοποιητική απάντηση για το πώς ο Θεός μπορεί να είναι και καλός και γεμάτος αγάπη και επίσης να επιτρέπει στην ανθρωπότητα να υφίσταται αποτρόπαια βάσανα. Ίσως ακόμα και αν μας το εξηγούσε Αυτός ο ίδιος, εμείς να μην το κατανοούσαμε, επειδή δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίσουμε αυτό που γνωρίζει Αυτός ή να δούμε τι βλέπει Αυτός. Όμως μπορούμε να μάθουμε να Τον εμπιστευόμαστε και αυτό είναι κάτι, που κανένας δεν μπορεί να επιλέξει για εμάς να κάνουμε.

  1. Δείτε Ιωάννη 11.
  2. Ιωάννη 11:21-27, 32-35