Η κόρη της φίλης μου, η Τζένη, είναι 12 χρονών και είναι γραμμένη σε ένα πρόγραμμα γυμναστικής υψηλών προδιαγραφών. Τέσσερεις φορές την εβδομάδα, μετά το σχολείο, εξασκείται για τέσσερεις ώρες. Διαβάζει για το σχολείο μες το αυτοκίνητο ενώ πηγαίνει για εξάσκηση και τρώει βραδινό στο αυτοκίνητο ενώ επιστρέφει σπίτι.
Αυτό βέβαια, είναι επιλογή της Τζένης. Αγαπά τη γυμναστική και θέλει να βελτιωθεί όσο περισσότερο μπορεί. Είχε ήδη κερδίσει μετάλλια και θεωρήθηκε ως η καλύτερη στη γυμναστική του επιπέδου της στην περιοχή όταν γράφτηκε σε αυτό το πρόγραμμα εντατικής εκπαίδευσης, με σκοπό να κερδίσει μια υποτροφία μέσα από τη γυμναστική για το κολλέγιο.
Μετά από λίγους μήνες στο πρόγραμμα, παραδέχεται ότι είναι πολύ δύσκολα. Μερικές φορές αποθαρρύνεται από το γεγονός ότι πρέπει να παίρνει καλούς βαθμούς στο σχολείο καθώς επίσης να προοδεύει και στη γυμναστική, ή ότι δεν έχει το χρόνο να βρεθεί με τους φίλους της. Οι προπονητές της έχουν μεγάλες προσδοκίες από αυτήν και δεν δέχονται παράπονα παρά μόνο επιμονή.
Έτσι λοιπόν, γιατί το κάνει; Επειδή ακολουθεί ένα όνειρο. Παίρνει το ταλέντο της και το αναπτύσσει σε επιδεξιότητα.
Πολλοί από μας δεν το έχουμε μέσα μας να ωθούμε τους εαυτούς μας στην υπεροχή. Η σκέψη της δέσμευσης, της αυτοπειθαρχίας και της σκληρής δουλειάς που απαιτούνται είναι αρκετά για να μας αποτρέψουν. Όμως όλοι μας έχουμε την ευκαιρία να καλλιεργήσουμε την υπεροχή στη ζωή μας, να γίνουμε οι καλύτεροι που μπορούμε να γίνουμε, να κάνουμε το εξέχον. Δυστυχώς, το συστατικό που λείπει πιο συχνά είναι η δέσμευση να το ολοκληρώσουμε.
Στην παραβολή με τα τάλαντα, 1 ο Ιησούς μίλησε για κάποιο πλούσιο που έφευγε για ταξίδι. Φώναξε τρεις από τους υπηρέτες του και τους εξήγησε πως ήθελε να φροντίσουν την ιδιοκτησία του κατά την απουσία του. Εμπιστεύτηκε στον καθένα τους μερικά τάλαντα σύμφωνα με το τι γνώριζε ήδη για τους χαρακτήρες τους και τις ικανότητές τους.
Στον πρώτο, έδωσε πέντε τάλαντα, στον δεύτερο, δύο και στον τελευταίο, ένα. Αυτά τα τάλαντα δεν ήταν κάτι που μπορούσαν να χωρέσουν σε ένα πορτοφόλι ή ένα τσαντάκι. Ένα τάλαντο ήταν ισοδύναμο με 43,6 κιλά από ασήμι· 2 και θα άξιζε περίπου 30.000 δολάρια ΗΠΑ σήμερα. ΄Ετσι, το να λάβεις πέντε τάλαντα ήταν μια τεράστια ευκαιρία, αλλά και το να λάβεις ένα τάλαντο δεν ήταν καθόλου αξιοκαταφρόνητο.
Ο ιδιοκτήτης έφυγε για λίγο καιρό, και όταν γύρισε, ήθελε να μάθει τι είχαν κάνει οι υπηρέτες με την περιουσία του. Ο πρώτος υπηρέτης είπε, “Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες· δες, με βάση αυτά κέρδισα άλλα πέντε τάλαντα”. Και ο κύριός του είπε σ’ αυτόν: “Εύγε, δούλε αγαθέ, και πιστέ· στα λίγα φάνηκες πιστός, επάνω σε πολλά θα σε καταστήσω· μπες μέσα στη χαρά του κυρίου σου!” 3
Ο δεύτερος υπηρέτης είχε επίσης διπλασιάσει τα τάλαντα που του είχαν δοθεί και έλαβε την ίδια απόκριση από τον κύριό του. Ο τρίτος υπηρέτης, εντούτοις, είχε μια διαφορετική ιστορία: “Φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη· δες, έχεις το δικό σου”. 4
Η απόκριση του κυρίου ήταν επίσης διαφορετική: “Πονηρέ δούλε και οκνηρέ! … έπρεπε, λοιπόν, να βάλεις το ασήμι μου στους τραπεζίτες· και όταν ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα το δικό μου μαζί με τόκο. … Πάρτε, λοιπόν, απ’ αυτόν το τάλαντο, και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα … Επειδή, σε όποιον έχει, θα δοθεί, και θα περισσεύσει· και απ’ αυτόν που δεν έχει, και εκείνο που έχει, θα αφαιρεθεί απ’ αυτόν”. 5 Ο τρίτος υπηρέτης είχε κρύψει το τάλαντο για να το κρατήσει ασφαλές. Όμως ο κύριος ήθελε να τον δει να κάνει κάτι με αυτό.
Μερικοί ακαδημαϊκοί αποδίδουν στην παραβολή αυτή, την προέλευση της σημερινής χρήσης της λέξης “ταλέντο” με την έννοια του: “δώρου, ικανότητας, ή επιδεξιότητας”. Όταν κοιτάμε την ιστορία με αυτή την έννοια της λέξης, γίνεται προφανές ότι ο Θεός προσμένει από μας να κάνουμε κάτι με τα δώρα, τα ταλέντα και τις ικανότητες που μας έχει εμπιστευτεί. “Το να κάνουμε κάτι” σημαίνει κάποια εργασία και κάποιο ρίσκο.
Θαυμάζω την Τζένη γι’ αυτό που κάνει με το ταλέντο της. Ξέρω ότι αυτό που μαθαίνει μέσα από την πειθαρχία, τη θυσία και τη δέσμευση που απαιτούνται, θα είναι μεγάλης αξίας γι’ αυτήν στην υπόλοιπη ζωή της.
Αν έχετε ένα ταλέντο ή κάποια επιδεξιότητα που σας έχει δώσει ο Θεός, επενδύστε σε αυτή. Αναπτύξτε την για τον Θεό. Ίσως να μην ξέρετε τώρα τι θα κάνει Αυτός με αυτή, όμως ένα πράγμα που μπορείτε να ξέρετε είναι ότι, στο τέλος του ταξιδιού της ζωής, όπως ο πιστός υπηρέτης, θα Τον ακούσετε να σας λέει, “Εύγε, καλώς έπραξες”.