Η ζωή του Χριστιανού έχει και τις δυσκολίες της και τις ευκολίες της. Υπάρχουν φορές που βιώνουμε στιγμές χαράς, ενθουσιασμού και ευτυχίας. Και μετά, υπάρχουν στιγμές όταν νοιώθουμε μονάχοι, αποθαρρυμένοι και καταβεβλημένοι.
Σκεφτείτε τότε που ο Ιησούς πολλαπλασίασε με θαυματουργό τρόπο τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψαράκια και τα έκανε αρκετά ώστε να χορτάσουν 5.000 άνδρες συν τις γυναίκες και τα παιδιά! 1 Φανταστείτε τον εαυτό σας σαν έναν απ’ τους μαθητές καθώς μοιράζουν μια τέτοια ατελείωτη ποσότητα από φαγητό! Πιθανόν να ένοιωθαν μεγάλο ενθουσιασμό αφού συμμετείχαν στην εκπλήρωση ενός θαύματος. Πρέπει να πέταγαν απ’ τη χαρά τους.
Όμως όταν τους ξανασυναντάμε, βρίσκονται σε ένα καΐκι μέσα στη θάλασσα εν μέσω μιας θύελλας, αντιμετωπίζοντας κύματα που απειλούσαν να τους βουλιάξουν. Ενώ νοιώθουν γεμάτοι φόβο και απόγνωση, τους πλησιάζει ο Ιησούς, βαδίζοντας πάνω στο νερό και τους λέει, «Εγώ είμαι. Μη φοβάστε». 2
Είναι ενδιαφέρον το πώς οι μαθητές βιώνουν αυτές τις δύο εμπειρίες τη μία μετά την άλλη. Τι μέρα κι αυτή! Πρώτα ανεβαίνουν στην κορυφή της ευτυχίας, βλέποντας την άφθονη προμήθεια και ευλογία του Κυρίου τους και μετά τους βλέπουμε να φοβούνται για την ίδια τους τη ζωή ενώ αντιμετωπίζουν μια θύελλα.
Ίσως ο Ιησούς να το επέτρεψε αυτό για να δείξει στους μαθητές Του ότι το να ζεις τη ζωή σου γι’ Αυτόν δεν είναι μόνο λιακάδα και ενθουσιασμός. Ότι ξεσπάνε και λυσσαλέες θύελλες που απειλούν να μας πνίξουν μέσα στον φόβο και την αμφιβολία. Ίσως να προσπαθούσε να τους προετοιμάσει και για τα δύο σενάρια.
Στην πραγματικότητα, συχνά είναι οι φορές εκείνες που οι θύελλες της ζωής τείνουν να μας καταβάλλουν και τα κύματα της αμφιβολίας και του φόβου υψώνονται απέναντί μας που εμείς προσβλέπουμε περισσότερο στον Ιησού. Όταν το καθετί που εμπιστευτήκαμε αρχίζει να καταρρέει και το σκάφος μας είναι γεμάτο νερά και αρχίζει να βουλιάζει, αν εμείς Τον επικαλεστούμε φωνάζοντας «Κύριε, χανόμαστε!», τότε θα Τον δούμε κι εμείς να βαδίζει πάνω στο νερό προς το μέρος μας. Και θα μας πει το ίδιο πράγμα που είχε πει και στους μαθητές Του τότε: «Εγώ είμαι. Μην φοβάστε».