Ήταν Σάββατο απόγευμα και η κίνηση σε μια στενή διασταύρωση στην τεράστια πόλη που κατοικώ είχε φτάσει στο απροχώρητο. Οι πεζοί με το ζόρι μπορούσαν να περάσουν ανάμεσα απ’ τα αυτοκίνητα, ενώ συγχρόνως, ένας μεγάλος αριθμός από αυτοκίνητα άρχισε να βγαίνει από τα πάρκινγκ των εμπορικών καταστημάτων, κάνοντας τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Χωρίς φανάρια και τροχονόμους, γινόταν το αδιαχώρητο.
Βλέποντας αυτή την προβληματική κατάσταση, ένας άνεργος νεαρός, με ξεθωριασμένο τζίν, μπλε πουλόβερ και φθαρμένα αθλητικά παπούτσια, χώθηκε ανάμεσα στα αυτοκίνητα, κουνώντας το κεφάλι του ρυθμικά απ’ τη μουσική που άκουγε με τα μεγάλα ακουστικά του και βρέθηκε από το πουθενά, στη μέση από ένα κομφούζιο με αυτοκίνητα που είχαν κολλήσει και δεν μπορούσαν να κινηθούν ούτε ένα μέτρο.
Με δύο παλαμάκια και αρκετές μεγάλες κινήσεις των χεριών του, έκανε νόημα στη μια σειρά από τα αυτοκίνητα να τραβήξει προς τα μπροστά ενώ συγχρόνως λικνιζόταν στη μουσική που άκουγε, χωρίς την σοβαρότητα και τις ανέκφραστες κινήσεις που κάνουν συνήθως οι τροχονόμοι. Κατευθύνοντας όλες αυτές τις ατελείωτες σειρές από αυτοκίνητα, έδειχνε τόσο χαρούμενος με το αποτέλεσμα, ενώ συνέχιζε να χορεύει. Αν και στην ουσία δεν ήταν τροχονόμος, η όλη του έκφραση ήταν γεμάτη χαρά και έδειχνε την ικανοποίηση που ένοιωθε καθώς έκανε κάτι προς όφελος των άλλων γύρω του.
Πρώτα η πρώτη λωρίδα, μετά η άλλη. Σιγά-σιγά, η κίνηση άρχισε να κινείται όπως ήλπιζε, ενώ χόρευε και λικνιζόταν, χρησιμοποιώντας τα δάκτυλά του και διευθύνοντας την κίνηση από αυτοκίνητα. Το πρόσωπό του ήταν καταϊδρωμένο, όμως η όλη του έκφραση έδειχνε χαρούμενη καθώς συνέχιζε να κάνει αυτό που έκανε.
Κανένας δεν πρόσμενε μια τέτοια παράσταση. Μερικοί οδηγοί τον συγχάρηκαν, ενώ μερικοί άλλοι του έδιναν και κάποιο φιλοδώρημα για την υπέροχη προσπάθεια που έκανε και την παράσταση που έδινε. Από τότε και μετά, ο ίδιος νεαρός εμφανιζόταν καθημερινά στην ίδια διασταύρωση κατά τις ώρες της υπερβολικής κίνησης και βοηθούσε με τον τρόπο του την κατάσταση εκεί. Και αυτό το έκανε πάντα, λικνιζόμενος στη μουσική που άκουγε ενώ ήταν γεμάτος περηφάνια για το έργο που προσέφερε. Έβλεπε αυτό που έπρεπε να γίνει και το έκανε.
Δεν πέρασε καιρός και τον παρατήρησαν οι αξιωματούχοι της οδικής ασφάλειας, με αποτέλεσμα να τον προσλάβουν επισήμως ως τροχονόμο. Τώρα όχι μόνο πληρωνόταν γι’ αυτό αλλά του είχαν δώσει και μια στολή που ταίριαζε στο υπέροχο χαμόγελό του.
Μια αρχαία παροιμία αναφέρει, «Όλα όσα βρει το χέρι σου να κάνει, κάνε τα καλά». 1 Στην περίπτωση αυτού του νεαρού, ο ενθουσιασμός του γι’ αυτό που έκανε, είχε προσφέρει εργασία σε αυτό τον άνεργο νέο – μια εργασία που μπορούσε να την κάνει χορεύοντας κιόλας.
- Εκκλησιαστής 9:10 ↑