Δεν θα περνούσε απ’ τον νου σας, ότι ο κύριος αυτός απευθυνόταν σε μια ομάδα από ηλικιωμένα άτομα, μερικά σε αναπηρικά αμαξίδια, μερικά που δεν μπορούσαν να μιλήσουν, ενώ μερικά άλλα υπέφεραν από γεροντική άνοια ή Αλτσχάιμερ.
Κουνούσε τα χέρια του στον αέρα, καθώς η φωνή του περιέγραφε με πάθος κάποια βαθυστόχαστη έννοια και στη συνέχεια έπαιρνε την κιμωλία και έγραφε στον πίνακα: «Ποιος μπορεί να μου πει τι σημαίνει ειρήνη; Εσύ, Αλμπέρτο, ναι, πες μου και θα το γράψω στον πίνακα. Υπέροχα! Ελάτε, πείτε κάτι και θα το στείλουμε στην τοπική εφημερίδα!»
Ο Φερούτσιο εργάζονταν για χρόνια σε αυτό τον οίκο ευγηρίας, όταν τον πρωτοσυνάντησα. Ήταν ο υπεύθυνος στο τμήμα ψυχαγωγίας και δραστηριοτήτων, όμως πάνω απ’ όλα ήξερε να ενθαρρύνει και να παρακινεί, ειδικά όποιον είχε την ευκαιρία να τον βλέπει σε δράση.
Πάθος, κατανόηση, ενθάρρυνση, φροντίδα και σεβασμός μέχρι το τέλος ήταν μερικές απ’ τις αξίες που αντιπροσώπευε μέχρι τη μέρα που συνταξιοδοτήθηκε πριν λίγους μήνες. Έμαθα τόσα πολλά απ’ το παράδειγμά του και τον τρόπο που μιλούσε. Ανεξάρτητα απ’ το πόσο βιαζόταν, πάντα θα σταματούσε να απαντήσει σε κάποιον που τον φώναζε από μακριά, είτε αυτό το άτομο βρισκόταν σε αναπηρικό αμαξίδιο, είτε για να σκύψει και να καθαρίσει το φαγητό που είχε πέσει από το τραπέζι. Έδινε τεράστια αξία στο κάθε άτομο.
Κάθε Τετάρτη, συγκέντρωνε μια ομάδα από ηλικιωμένους πολίτες και συζητούσε τα τρέχοντα γεγονότα. Μετά η ομάδα αυτή έγραφε επιστολές στους τοπικούς πολιτικούς και αξιωματούχους ή στα παιδιά στο σχολείο του χωριού ή σε μια ομάδα από Βόσνιους πρόσφυγες. Ως δια μαγείας, θα έκανε κάποιο φαινομενικά αδιάφορο ηλικιωμένο άτομο να πει κάτι ή θα έπαιρνε ένα χαμόγελο από μια γυναίκα που ήταν σε αναπηρικό αμαξίδιο και η οποία είχε υποστεί εγκεφαλικό και δεν μπορούσε να μιλήσει πια, αλλά είχε τόσα πολλά να πει που ήταν συσσωρευμένα μέσα της.
Στη διάρκεια αυτών των εβδομαδιαίων συναντήσεων που έγιναν γνωστές ως οι «Συναντήσεις της Τετάρτης», λεγόντουσαν, συζητιόντουσαν και προτείνονταν πολλά. Όσοι συμμετείχαν σ’ αυτές, έγραψαν ένα βιβλίο αφιερωμένο στην πόλη τους, και ακόμη και οι τοπικές εφημερίδες συχνά αναφέρονταν στα θέματα που συζητιόνταν στις συναντήσεις αυτές.
Έμαθα τη σπουδαιότητα του να δημιουργείς ένα σωστό περιβάλλον για τους ηλικιωμένους, ώστε αυτοί να νοιώθουν άνετα να ανοίγονται. Βλέπετε, τα άτομα αυτά, χρειάζονται κάποιον να τους αφιερώσει λίγο χρόνο και να συνδεθεί πραγματικά μαζί τους. Χρειάζονται την επαφή με τα μάτια. Χρειάζονται ένα χαμόγελο. Χρειάζονται κάποιον που να θυμάται το όνομά τους και να δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον.
Όταν φθάσει το τέλος, θέλω να πω: Όλη μου τη ζωή
Ήμουν μια νύφη παντρεμένη με την έκπληξη.
Ήμουν ένας γαμπρός, που αγκάλιαζε τον κόσμο.Όταν φθάσει το τέλος, δεν θέλω να αναρωτιέμαι
αν η ζωή μου είχε κάτι ξεχωριστό και αληθινό.
Δεν θέλω να αναστενάζω και να είμαι τρομαγμένη,
ή γεμάτη αντιρρήσεις.Δεν θέλω να φθάσω στο τέλος απλώς έχοντας επισκεφτεί τον κόσμο αυτό.
— Μαίρη Όλιβερ (1935-2019)