Όταν ήμουν 19, ο τότε φίλος μου, είπε ότι η μητέρα του, σε ένα πρόσφατο επιχειρηματικό ταξίδι της, πήγε σε ένα εστιατόριο όπου πλήρωναν 50 δολάρια για ένα γεύμα – το οποίο σε σημερινή αξία θα ήταν 150 δολάρια. Μου είπε ότι ονειρευόταν την ημέρα που θα βρισκόταν κι αυτός σε θέση να αγοράσει ένα τέτοιο γεύμα. «Αυτό σημαίνει ελευθερία!» μου είπε.
Οι λέξεις «ελευθερία» και «αφθονία» συνοψίζουν αυτά που σε τελική ανάλυση επιζητώ. Όμως ποτέ δεν ήμουν σίγουρη για το σημείο εκείνο, όπου σταματάει μια ζωή αφθονίας και ελευθερίας και αρχίζει ένας τρόπος ζωής εθισμού και σπάταλης υπερβολής. Συχνά σκεφτόμουν την ελευθερία ως μια διέξοδο στο να ενδίδω – σε φαγητό, ποτό, διασκέδαση, ψώνια ή ταξίδια.
Πρόσφατα άκουσα ένα παρόμοιο μήνυμα από τρεις διαφορετικούς πάστορες που έχουν σχέση με την γραμμή διαχωρισμού ανάμεσα στην αφθονία και την υπερβολή, την ελευθερία και την αιχμαλωσία. Όταν ακούω το ίδιο μήνυμα από τρεις διαφορετικές πηγές σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, του δίνω πολλή προσοχή. Τους πρώτους δύο, τους άκουσα στο YouTube, τον τρίτο σε μια εκκλησία την περασμένη Κυριακή:
- Άντυ Στάνλεϋ: «Οι ορέξεις σας δεν είναι για να ικανοποιούνται».
- Ραβί Ζαχαρίας: «Ο Δανιήλ ορθώνονταν με το να βάζει περιορισμούς στις ορέξεις του». (Ο προφήτης Δανιήλ αρνήθηκε να φάει κρέας ή άλλα πλούσια φαγητά, ή να πιεί κρασί, όταν ήταν αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα).
- Πάστορας Ιαν: «Όταν ο Θεός σου δίνει κάτι, είναι για να εκπληρώσει τις επιθυμίες της καρδιάς σου. Όταν ο εχθρός σου δίνει κάτι, είναι για να σε κάνει δέσμιο σ’ αυτό».
Τον περασμένο Ιανουάριο, έκοψα τα επιδόρπια. Όπως και πολλοί άλλοι, με το ξεκίνημα της νέας χρονιάς, πήρα την απόφαση να χάσω μερικά κιλά. Η πρώτη βδομάδα ήταν κάπως δύσκολη. Η λαχτάρα μου για ένα κεκάκι ή ένα μπισκότο ή κάτι που είχε ξεμείνει από τα φαγητά των Χριστουγέννων ήταν πολύ δυνατή και έπρεπε να αντισταθώ σε εκείνο το σκεπτικό του τύπου «μόνο ένα» – επειδή δεν ήταν ποτέ μόνο ένα. Γι’ αυτό και είχα τα παραπάνω κιλά που έπρεπε να χάσω. Όμως στα μισά του μήνα, δεν μου ήταν δύσκολο να αντισταθώ σ’ αυτό. Είχα, «λιμοκτονήσει» την όρεξή μου για επιδόρπια με έναν αποτελεσματικό τρόπο.
Το όριο ανάμεσα σε ελευθερία και υπερβολή μπορεί να είναι δύσκολο να αναγνωριστεί, όμως μπορώ να σκεφτώ τρείς ερωτήσεις που μπορούν να βοηθήσουν:
- Μπορείτε να φάτε «μόνο ένα»; Αν ναι, πάρτε ένα. Αν όχι, μην πάρετε κανένα.
- Υπολογίζετε σ’ αυτό να σας δώσει εκείνη την ελευθερία ή αφθονία ζωής; Τότε μην το κάνετε. Ή το επιλέγετε ως μια έκφραση της αφθονίας και της ελευθερίας που έχετε ήδη; Τότε πάρτε το.
- Αυτό που αισθάνεστε είναι μια λιγούρικη λαχτάρα; Μην το κάνετε. Αυτό που αισθάνεστε είναι μια γνήσια επιθυμία της καρδιάς σας; Τότε πάρτε το.
Αναρωτιέμαι αν ο τότε φίλος μου είναι τώρα «ελεύθερος» να τρώει γεύματα των εκατό δολαρίων; Ελπίζω όχι. Για το καλό του, ελπίζω να έχει ανακαλύψει μια αφθονία ελευθερίας μιας πολύ καλύτερης αξίας.