Για πολλά χρόνια η δουλειά μου ήταν να προσέχω παιδιά όταν έπαιζαν στα διαλείμματα ή στην παιδική χαρά. Με όλο το τρέξιμο, τα χοροπηδήματα, τη φασαρία ή τα διάφορα παιχνίδια, κάποιο απ’ τα παιδιά συχνά θα έπεφτε, θα κτύπαγε, θα το έσπρωχναν, κτλ.
Συχνά το παιδί που είχε προξενήσει το ατύχημα, σήκωνε αμέσως το χέρι του ή το χέρι της και έλεγε, «Δεν φταίω εγώ» ή «Δεν το έκανα επίτηδες!» Βέβαια το να βρούμε τον ένοχο δεν ήταν η άμεση προτεραιότητα. Το πιο σημαντικό ήταν να φροντίσουμε τον «τραυματία».
Αυτό το είδα να συμβαίνει τόσες πολλές φορές ώστε στο τέλος αντιλήφθηκα ότι οι περισσότεροι από μας πρέπει να μάθουμε τι σημαίνει συμπόνια, κάτι που δεν μαθαίνεται και τόσο εύκολα. Τα παιδιά μπέρδευαν το «συγνώμη» με μια παραδοχή ενοχής και μια και δεν είχαν πληγώσει κάποιον επίτηδες, δεν ένοιωθαν την ανάγκη να τους πούνε συγνώμη. Όμως στη ζωή, όπως και στην παιδική χαρά, μερικές φορές αθέλητα πληγώνουμε κάποιον και πρέπει να ζητήσουμε συγνώμη.
Ίσως να έχουμε τους λόγους μας. Ίσως να μην το αντιληφθήκαμε, να μην σκεφτήκαμε τα πράγματα σε βάθος, να μην αναλογιστήκαμε τις συνέπειες των πράξεών μας. Ίσως να υπήρξαν κάποια ελαφρυντικά σε κάποια περίσταση, ίσως κάποια παρεξήγηση, η να εμπλέκονται και άλλοι. Η κάθε ιστορία έχει τουλάχιστον δύο πλευρές. Το πρόβλημα είναι πως όταν λέμε, «Συγνώμη, όμως άσε με να σου εξηγήσω…» συνήθως εστιάζουμε περισσότερο στους εαυτούς μας αντί σε εκείνον που πληγώσαμε. Τότε εμείς αυτομάτως γινόμαστε, το θύμα μιας παρεξήγησης. Μερικές φορές βοηθάει να δώσουμε επεξηγήσεις αν αυτό είναι δυνατόν και να αναφερθούμε και στη δική μας πλευρά της ιστορίας. Όμως το πιο σημαντικό είναι – πληγώθηκε κάποιος; Επειδή η ειλικρινής συγνώμη είναι βάλσαμο για θεραπεία.
Πίσω ξανά στην παιδική χαρά. Ένα άλλο μάθημα που έμαθα μετά από 35 χρόνια εργασίας με παιδιά είναι το εξής: Αν ζητήσουμε αμέσως συγνώμη, συνήθως και η άλλη πλευρά συγχωράει αμέσως και αυτό είναι το σπουδαιότερο.