Μετά από 21 χρόνια γάμου, ανακάλυψα έναν νέο τρόπο να διατηρήσω ζωντανή τη σπίθα της αγάπης.
Πριν λίγο καιρό βγήκα ραντεβού με μια άλλη γυναίκα.
Και αυτό ήταν ιδέα της συζύγου μου.
«Ξέρω ότι την αγαπάς», μου είπε μια μέρα, ξαφνιάζοντάς με.
«Όμως εγώ αγαπώ εσένα», της είπα.
«Το ξέρω, όμως αγαπάς κι εκείνη».
Η άλλη γυναίκα που μου ζήτησε να δω η σύζυγός μου ήταν η μητέρα μου, η οποία ήταν χήρα εδώ και 19 χρόνια. Σίγουρα την αγαπούσα, όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς μου και τα τρία μου παιδιά δεν μου επέτρεπαν να τη βλέπω και τόσο συχνά. Εκείνο το βράδυ την προσκάλεσα να βγούμε για δείπνο και μετά να πάμε στον κινηματογράφο.
«Τι συμβαίνει; Δεν είσαι καλά;» με ρώτησε. Η μητέρα μου είναι ο τύπος της γυναίκας που υποπτεύεται ότι όταν της τηλεφωνείς αργά το βράδυ ή ξαφνικά την προσκαλείς για κάτι, αυτό σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.
«Σκέφτηκα πως θα ήταν ωραίο να βρεθούμε για λίγο μαζί», της απάντησα. «Οι δυο μας».
Σκέφτηκε για λίγο, κατόπιν είπε, «Αυτό θα μου άρεζε πάρα πολύ».
Εκείνη την Παρασκευή, πήγα να την πάρω με το αυτοκίνητο μετά τη δουλειά κι ένοιωθα κάπως νευρικά. Όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα ότι και αυτή επίσης ήταν κάπως νευρική με το «ραντεβού» μας. Με περίμενε με το παλτό της στην πόρτα. Είχε κάνει μπούκλες τα μαλλιά της και φορούσε το ίδιο φόρεμα όταν είχε γιορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της. Χαμογέλασε, και το πρόσωπό της έδειχνε λες και ήταν ένας άγγελος.
«Είπα στις φίλες μου ότι θα έβγαινα με τον γιο μου και όλες τους είχαν εντυπωσιαστεί», μου είπε, ενώ μπαίναμε στο αυτοκίνητο. «Ανυπομονούν να μάθουν πώς τα πήγε η περιπέτειά μας».
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο, που αν και δεν ήταν και τόσο στιλάτο, ήταν ωραίο και ζεστό. Η μητέρα μου με πήρε απ’ το χέρι λες και ήταν η Πρώτη Κυρία. Αφού καθίσαμε, της διάβασα το μενού. Της ήταν δύσκολο να το διαβάσει η ίδια.
Ενώ διάβαζα το μενού, σήκωσα τα μάτια μου και είδα τη μητέρα μου αντίκρυ να με κοιτά. Στο πρόσωπό της είχε ένα χαμόγελο νοσταλγίας.
«Το μενού στο διάβαζα εγώ, όταν ήσουν μικρός», μου είπε.
«Τότε, να η ευκαιρία σου να χαλαρώσεις, ώστε να σου ανταποδώσω τη χάρη», της είπα. Στη διάρκεια του δείπνου συζητήσαμε για πολλά πράγματα τόσο απ’ το παρελθόν όσο και πρόσφατα γεγονότα από τη ζωή και των δυο μας.
Συζητήσαμε τόσο πολύ, ώστε πέρασε η ώρα και χάσαμε την ταινία. Καθώς αργότερα φθάναμε στο σπίτι της, μου είπε, «Θα έβγαινα ξανά μαζί σου, όμως αυτή τη φορά, θα πρέπει να σε προσκαλέσω εγώ», Συμφώνησα.
«Πώς πήγε το ραντεβού σου»; με ρώτησε η σύζυγός μου όταν γύρισα σπίτι.
«Πολύ ωραία. Περισσότερο απ’ ό,τι είχα φανταστεί», της απάντησα. Μια βδομάδα αργότερα, η μητέρα μου πέθανε λίγες ώρες μετά αφότου υπέστη καρδιακή προσβολή. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα γι’ αυτήν.
Όμως λίγο καιρό αργότερα πήρα έναν φάκελο με ένα αντίγραφο απ’ την απόδειξη του εστιατορίου που είχα πάει μαζί με τη μητέρα μου και είχα φάει. Πάνω στον φάκελο είχε ένα σημείωμα που έγραφε: «Πλήρωσα τον λογαριασμό εκ των προτέρων. Είμαι σίγουρη πως δεν θα είμαι εκεί, όμως, όπως και να έχει, πλήρωσα για δύο άτομα – ένα για σένα και ένα για τη σύζυγό σου. Δεν μπορείς να φανταστείς πόση σημασία είχε εκείνο το ραντεβού για μένα. Σε αγαπώ».
Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα τη σπουδαιότητα του να λες «Σ’ αγαπώ» πριν είναι πολύ αργά και του να δίνουμε στους αγαπημένους μας τον χρόνο που αξίζουν.