Καθώς περπατούσα βιαστικά στους δρόμους της πόλης Μορέλια στο Μεξικό, τα φανάρια ήταν γεμάτα με ζητιάνους. Ήταν Παραμονή Χριστουγέννων και είχα βγει με την 10-χρονη κόρη μου, την Κάθυ, για να αγοράσουμε κάποια πράγματα της τελευταίας στιγμής.

«Δες αυτή τη γυναίκα!» μου είπε η Κάθυ, δείχνοντας μου μια ηλικιωμένη κυρία που είχε σταματήσει να ζητιανεύει για λίγο και έτριβε τα γυμνά της πόδια για να τα ζεστάνει.

«Πρέπει να είναι η γιαγιά κάποιου», σκέφτηκα, «όμως αντί να βρίσκεται στο σπίτι με την οικογένειά της, βρίσκεται ξυπόλητη εδώ έξω, προσπαθώντας να μαζέψει λίγα χρήματα να αγοράσει τρόφιμα». Τότε μου ήρθε μια ιδέα. «Κάθυ, πάμε σπίτι να πάρουμε μερικά από τα δικά μας τρόφιμα και να της τα δώσουμε».

Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και μάλλον δεν θα καθόταν για πολύ ακόμα εκεί στα φανάρια. Έτσι τρέξαμε σπίτι, πήραμε δύο τσάντες και τις γεμίσαμε με τρόφιμα που βρήκαμε στην αποθήκη και στην κουζίνα μας. Ρύζι, φασόλια, πιπεριές, σάλτσες, τορτίες, ένα μαγειρεμένο κοτόπουλο. Ήταν εύκολο να γεμίσουμε τις τσάντες απ’ την αφθονία που είχαμε. Μια φραντζόλα ψωμί, μαρμελάδα, μπέικον. Έδεσα τις τσάντες με μεγάλα φιογκάκια και πήγαμε να τις δώσουμε σε εκείνη την ηλικιωμένη γυναίκα.

Στην αρχή νομίσαμε ότι είχαμε αργήσει και ότι θα είχε φύγει. Όμως την προλάβαμε λίγο πιο κάτω, καθώς προχωρούσε αργά-αργά, επιστρέφοντας σπίτι της.

«Γεια σου!» της είπε η Κάθυ και της μίλησε στα Ισπανικά. «Σε είδαμε στα φανάρια και σου φέρνουμε μερικά τρόφιμα για το Χριστουγεννιάτικο δείπνο. Ελπίζουμε ότι εσύ και η οικογένειά σου να νοιώσετε την αγάπη του Θεού αυτά τα Χριστούγεννα».

Η ηλικιωμένη γυναίκα μας κοίταξε με θαυμασμό και δάκρια κύλησαν στο πρόσωπό της. Κατόπιν πήρε τα χέρια της Κάθυ στα δικά της και τα φίλησε. «Σ’ ευχαριστώ. Σ’ ευχαριστώ. Ο Θεός να σε ευλογεί. Είσαι υπέροχη. Είσαι ένας Χριστουγεννιάτικος άγγελος».

Κατόπιν, πήρε τις δύο τσάντες και συνέχισε να προχωρά προς το σπίτι της.

Ως συνήθως, γιορτάσαμε κι εμείς τα Χριστούγεννα και περάσαμε όμορφα. Όταν η Κάθυ άνοιξε τα δώρα της, την ρώτησα αν πέρασε όμορφα τα Χριστούγεννα και να τι μου αποκρίθηκε, «Ξέρεις κάτι Μαμά; Όταν είδα εκείνη την ηλικιωμένη γυναίκα να είναι τόσο χαρούμενη χθες το βράδυ και φίλησε τα χέρια μου – αυτό ήταν το καλύτερο Χριστουγεννιάτικο δώρο που πήρα. Νομίζω πως το να δίνεις είναι το καλύτερο μέρος των Χριστουγέννων!»