Μια φορά, μαζί με μερικά άλλα άτομα, ταξιδεύαμε μέσα σε ένα βανάκι και μαζί μας ήταν και η μεγαλύτερη κόρη μου, ο σύζυγός της και η δίχρονη εγγονή μου, η Σάρων. Όταν η Σάρων ήταν κάπως ανήσυχη, άλλαξα θέση για να καθίσω δίπλα της και της είπα: «Έλα να τραγουδήσουμε!» Αμέσως αυτή ησύχασε και αρχίζαμε να τραγουδάμε το πιο αγαπημένο της τραγούδι, «Ο Κουάκι το Παπάκι».

«Πάλι, Γιαγιά!» Μια, δύο, είκοσι φορές και ενώ ο καθένας μέσα στο βανάκι, την εκλιπαρούσε να πει ένα διαφορετικό τραγούδι, αυτή αποκρινόταν κάθε φορά με το: «Πάλι Γιαγιά!» Στην επόμενη στάση που κάναμε, η μητέρα της έφερε λίγα μπισκότα για να της αποσπάσει την προσοχή, προς ανακούφιση των υπολοίπων. Όμως 14 χρόνια αργότερα, συνεχίζω να θυμάμαι πόσο όμορφα περνούσαμε, καθώς αυτή απολάμβανε το τραγούδι και εγώ απολάμβανα την ευχαρίστησή της.

Τον περασμένο μήνα, η πιο μικρή μου εγγονή, η Νταϊάνα, ήλθε να περάσουμε το απόγευμα μαζί. Είναι τριών χρονών, ζωηρή και γεμάτη ενέργεια, όπως ήταν και η Σάρων στην ηλικία της. Την ρώτησα αν θα ήθελε να έλθει μαζί μου να πάμε να ψωνίσουμε και αυτή μου απάντησε: «Μόνον αν έλθει και η χελώνα μαζί!» Η χελώνα αυτή, είναι ένα λούτρινο που είχε αφήσει η μητέρα της στο σπίτι μου, μια και τώρα κατοικούνε σε ένα μικρό διαμέρισμα και δεν υπάρχει χώρος εκεί για όλα της τα παιχνίδια.

Όταν πήγαμε στο σουπερμάρκετ, προσπάθησα να την βάλω να καθίσει στο καρότσι μαζί με τη χελώνα, αυτή όμως επέμενε να βάλει τη χελώνα σε ένα άλλο μικρό καρότσι και να το σπρώχνει μόνη της. Είχε βάλει το λούτρινο με το πρόσωπό του να κοιτάει προς το μέρος της, ενώ αυτή έσπρωχνε το καροτσάκι. Όταν επιστρέψαμε σπίτι, μου ζήτησε καραμπογιές και χαρτί και άρχισε να ζωγραφίζει μια εκπληκτικά πανομοιότυπη εικόνα της χελώνας της.

Ζωγράφισε το τριγωνικό κεφάλι, το ροζ δέρμα, το μωβ στόμα, τα δύο μάτια με κύκλους εσωτερικά και εξωτερικά και κατόπιν τα μαλλιά. Ποτέ μου δεν είχα παρατηρήσει ότι η χελώνα ήταν ροζ και το ότι είχε μαλλιά, αν και την είχα να κάθεται στο καναπέ μου για μήνες. Για ένα τρίχρονο παιδάκι, αυτό που ζωγράφισε, ήταν ένα έργο τέχνης, το οποίο και έδειξα με περηφάνια σε όλη την οικογένεια και μετά το κρέμασα πάνω στην πόρτα της ντουλάπας μου.

Στο βιβλίο του God Came Near, ο Μαξ Λουκάντο περιγράφει τέτοιες στιγμές με έναν πολύ επιτυχημένο τρόπο: «Αυτές είναι στιγμές αιώνιας αξίας. Στιγμές που μας υπενθυμίζουν τους θησαυρούς δίπλα μας. Στιγμές που μας επιπλήττουν  που σπαταλάμε τον χρόνο μας σε εφήμερες ενασχολήσεις, όπως τα χρήματα, τις ιδιοκτησίες ή τη χρονική συνέπεια. Είναι στιγμές που μπορούν να κάνουν τα μάτια και των πιο σκληρόκαρδων να υγραθούν και να δώσουν νέα προοπτική και στην πιο μίζερη ζωή».