Πρωτοσυνάντησα τη φίλη μου τη Λώρα όταν ήμουν 13 χρονών, όταν κάποιος γείτονας την είχε φέρει στο σπίτι μας. Ανταλλάξαμε τηλεφωνικούς αριθμούς και πολύ γρήγορα γίναμε φίλες. Το να έχω μια καλή φίλη ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα. Με ενθουσίαζε το γεγονός και μόνο ότι κάποιος ήθελε να είναι ο καλύτερός μου φίλος – όχι απλά ένας οικογενειακός φίλος ή η φίλη της μεγαλύτερης αδελφής μου ή κάποιος που γνώρισα στην εκκλησία ή το σχολείο, αλλά κάποια την οποία μπορούσα να τηλεφωνώ, να συνομιλώ και να βρίσκομαι μαζί της κάθε Σαββατοκύριακο.

Στην αρχή η μητέρα μου συμφώνησε να με πηγαίνει στο σπίτι της. Περνούσαμε το Σαββατοκύριακο μαζί, συχνά φροντίζοντας τα μικρότερα αδέλφια της για λίγες ώρες, ενώ κατόπιν ήμασταν ελεύθερες να πάμε βόλτα. Το βράδυ κοιμόμουν εκεί και το πρωί θα πήγαινα στην εκκλησία με την οικογένειά της, ενώ στη συνέχεια επέστρεφα με τους γονείς μου σπίτι.

Μετά από λίγες βδομάδες, τα σχέδια μου για το πρωί του Σαββάτου ναυάγησαν. Η μητέρα μου είπε ότι έπρεπε να κάνει γενική καθαριότητα στο σπίτι εκείνη την ημέρα και έτσι δεν μπορούσε να με πάει. Ήθελα απεγνωσμένα να δω τη φίλη μου, όμως όλα μου τα δάκρυα και οι ικεσίες δεν έφεραν αποτέλεσμα. Στο τέλος η μητέρα, μου είπε πως αν ήθελα πραγματικά να δω την Λάουρα, θα έπρεπε να πάω στο σπίτι της με τα πόδια. Όταν με είδε να ετοιμάζομαι για να πάω να δω τη φίλη μου, αυτό την ξάφνιασε κάπως.

Ο πρωινός αέρας ήταν μια ανάσα φρεσκάδας και καθώς περνούσα απ’ τα αγροκτήματα των γειτόνων μας, άρχισα να παρατηρώ όλα εκείνα τα αγριολούλουδα που μεγάλωναν δίπλα στον δρόμο και τον τρόπο που οι συστάδες των δέντρων σκιαγραφούσαν τα λιβάδια και τους αγρούς και ενώ γίνονταν όλα αυτά, ξέχασα το πόσο θυμωμένη και αποθαρρυμένη ένοιωθα λίγο πιο πριν.

Εκείνη την εποχή, σκεφτόμουν πως το να πρέπει να πάω με τα πόδια στο σπίτι της φίλης μου εκείνο το Σάββατο το πρωί ήταν το «χειρότερο» πράγμα που μπορούσε να μου συμβεί. Στην πραγματικότητα όμως, ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να μου είχε συμβεί, επειδή με το να βρω τη λύση εκείνο το πρωινό, ανακάλυψα μια συνήθεια ζωής, που με έχει βοηθήσει να αντιμετωπίζω τις αποθαρρύνσεις και τις έγνοιες που με εύρισκαν στο πέρασμα της ζωής. Με βοήθησε να μετατρέπω τις σκέψεις μου σε έναν περίπατο προσευχής και αυτό μου έχει αποφέρει τόση πολύ γαλήνη – χωρίς να αναφέρω τη δωρεάν άσκηση με το περπάτημα. Έτσι λοιπόν, μέσα απ’ το περπάτημα, οι σκέψεις μου έχουν μετατραπεί σε μελωδίες, οι ανησυχίες μου έχουν μετατραπεί σε προσευχές και η σιωπή μου έχει μετατραπεί σε στοχασμό.

Σε κάθε περίπατο στη φύση κάποιος κερδίζει περισσότερα απ’ όσα αναζητά. — Τζον Μούιρ (1883-1914)

Το περπάτημα είναι το καλύτερο φάρμακο του ανθρώπου. — Ιπποκράτης (460-370 πΧ)