Την περασμένη χρονιά σε ένα από τα προγράμματά μας ανθρωπιστικής βοήθειας σε μια φτωχή κοινότητα, συναντήσαμε τον Μπένσον, έναν νεαρό, ανεξάρτητο ρεπόρτερ. Προσφέρθηκε να μας βγάλει μερικές επαγγελματικές φωτογραφίες για τον ιστότοπό μας, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, ο Μπένσον μας ζήτησε να προσευχηθούμε γι’ αυτόν και τις δυσκολίες που είχε βιώσει στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, κάτι που τον επηρέαζε με αρνητικό τρόπο. Θα σας αναφέρω την ιστορία του.

Ο Μπένσον ήταν ο πρωτότοκος γιος ενός νεαρού ζευγαριού που ζούσε σε ένα μικρό χωριό στις όχθες την Λίμνης Βικτώρια στην Κένυα. Δυστυχώς, η απλή και χαρούμενη ζωή της οικογένειας διακόπηκε απότομα, όταν η μητέρα του πέθανε από ελονοσία. Ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά μια γυναίκα που είχε ήδη δύο κόρες και όπως είναι αρκετά κοινό στις αγροτικές περιοχές της Αφρικής, στη συνέχεια πήρε και μια δεύτερη σύζυγο. Αν και ο Μπένσον ήταν μόνο έξη χρονών και ήταν ο πρωτότοκος γιος, οι μητριές του τον απεχθάνονταν, τον περιφρονούσαν και τον αποκαλούσαν ποντίκι.

Όταν η σοδειά δεν πήγε καλά, η οικογένειά τους αναγκάστηκε να μετακομίσει στην πρωτεύουσα και να ζήσει σε μια μικρή καλύβα σε μία παραγκούπολη με την ονομασία Κιμπέρα. Ο πατέρας του Μπένσον, τον περισσότερο καιρό έλειπε απ’ το σπίτι αναζητώντας εργασία και στο σπίτι ο Μπένσον έμενε πάντα τελευταίος στη σειρά για φαγητό και φροντίδα. Οι μητριές του τον έδερναν συχνά και τον κράταγαν σπίτι να κάνει δουλειές και να μην πηγαίνει σχολείο. Όταν ο Μπένσον έγινε δέκα χρονών, έφυγε απ’ το σπίτι.

Έμπλεξε σε μια συμμορία από παιδιά του δρόμου και οι αρχηγοί της συμμορίας τον ανάγκαζαν να ζητιανεύει. Ζούσε στους δρόμους, πεινούσε, ήταν ατημέλητος και ένοιωθε απορριμμένος, κάτι που τον έκανε να αρχίσει να σνιφάρει κόλλα για να ξεχνάει την απελπισία του. Μετά από τρία απαίσια χρόνια, με πολύ λίγο φαγητό και εξαρτημένος απ’ τα ναρκωτικά, έχασε κάθε του ελπίδα, παρ’ όλα αυτά όμως, μέσα του συνέχιζε να υπάρχει μια σπίθα πίστης και το προαίσθημα ότι ο Θεός είχε ένα σχέδιο για τη ζωή του.

Ευτυχώς, όταν ο πατέρας του βρήκε μια σταθερή εργασία, άρχισε να ψάχνει να τον βρει και όταν τον βρήκε τον έφερε πίσω στο σπίτι. Αν και τώρα ήταν αδύναμος και ασθενικός, όμως είχε τη θέληση να ζήσει και πολύ σύντομα επανέκαμψε. Στο σχολείο, μια ευγενική δασκάλα τον πήρε υπό την εποπτεία της και του έκανε δωρεάν μαθήματα για πολλές επιπλέον ώρες, κάτι που τον βοήθησε να κερδίσει τις χρονιές που είχε χάσει. Πραγματικά, η εξαιρετική του επίδοση, τράβηξε την προσοχή ενός άλλου χορηγού, που τον βοήθησε οικονομικά να πάει στο γυμνάσιο. Η ζωή του Μπένσον έδειχνε τελικά να τα πηγαίνει καλύτερα.

Εντούτοις, ο πατέρας του είχε κάνει άλλα 11 παιδιά με τις άλλες συζύγους του, οι οποίες όμως συνέχιζαν να του συμπεριφέρονται άσχημα. Η ζωή του στο σπίτι είχε γίνει αφόρητη, με αποτέλεσμα όταν έγινε 15, να ξαναφύγει απ’ το σπίτι.

Μπήκε σε ένα χορευτικό συγκρότημα, που του πλήρωνε το φαγητό και το νοίκι ενός μικρού δωματίου, ενώ συγχρόνως τελείωνε και το γυμνάσιο. Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο και η προθυμία του να γυμνάζεται σκληρά τον έφερε στην εθνική ομάδα της χώρας, όταν κάτι άλλο πήγε στραβά στη ζωή του. Έσπασε το πόδι του και το πολλαπλό κάταγμα διέλυσε το όνειρό του για ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον.

Θυμωμένος με τον Θεό και απογοητευμένος με τη ζωή του, προσχώρησε σε μια ομάδα ανέργων, απογοητευμένων νέων που έκαναν μικρό-απατεωνιές και κλεψιές. Στη διάρκεια αυτών των μηνών ανασφάλειας, σκέψεις αυτοκτονίας περνούσαν συχνά απ’ τον νου του, όμως μια μικρή αχτίδα ελπίδας παρέμενε ακόμα στην καρδιά του.

Μια φορά, ξενάγησε μια ομάδα από ξένους φωτογράφους ανάμεσα στις παραγκουπόλεις, και αυτοί του έδωσαν μια φτηνή φωτογραφική μηχανή σαν δώρο. Τότε ήταν που ανακάλυψε την αγάπη του για τη φωτογραφία και άρχισε να απεικονίζει τις διάφορες καταστάσεις των δυσκολιών που βίωναν στη γειτονιά του οι άνθρωποι. Παρότι ήταν εγκλωβισμένος μέσα σ’ έναν φαύλο κύκλο που τον γέμιζε με ανησυχία, άγχος και ενοχές, παρ’ όλα αυτά, ήταν απεγνωσμένος να βρει μια διέξοδο.

Και πάλι ο Θεός του έριξε ένα σωσίβιο, όταν το ταλέντο του τράβηξε την προσοχή μιας φιλανθρωπικής ομάδας που συμφώνησε να τον βοηθήσει οικονομικά να πάει στο κολλέγιο, όπου απέκτησε δίπλωμα για φωτογράφιση και δημοσιογραφία. Έχοντας την ευκαιρία να ταξιδέψει και να μορφωθεί περισσότερο, μπόρεσε να γίνει ανεξάρτητος ρεπόρτερ. Έχοντας παράγει ποικίλα ντοκιμαντέρ που παρουσιάστηκαν από γνωστά κανάλια της τηλεόρασης, ανακάλυψε μια πλατφόρμα για να κάνει γνωστά τα δεινά των περιθωριοποιημένων ανθρώπων, κάτι που του έδωσε έναν νέο σκοπό στη ζωή.

Οι περισσότεροι από εμάς ίσως να μην έχουμε υποφέρει τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες που έζησε ο Μπένσον, όμως κι εμείς μπορούμε να ομολογήσουμε πως έχουμε βιώσει την εκδήλωση της αγάπης του Θεού, τη φροντίδα Του και τη δική Του  προστασία στη ζωή μας, ίσως με την ευγενική προσφορά ενός ξένου που μας πλησίασε να μας βοηθήσει ή κάποιου άλλου είδους θεϊκής παρέμβασης. Ακόμα και αν οι δυσκολίες συννεφιάζουν το όραμά μας και την πίστη μας, ο Θεός ποτέ δεν μας εγκαταλείπει και ποτέ δεν θα πάψει να μας στηρίζει μέσα απ’ τις δυσκολίες της ζωής.