Μια μέρα και ενώ σερφάριζα, βρισκόμενη σε ένα βιβλιοπωλείο, ανακάλυψα μια εγκυκλοπαίδεια με ένα τμήμα αφιερωμένο σε άρθρα που σχετίζονταν με την Βίβλο. Ήμουν περίεργη να δω πώς ένας κοσμικός διανοούμενος θα περιέγραφε τους σπουδαίους άνδρες και γυναίκες της Βίβλου, γι’ αυτό άρχισα να διαβάζω μερικές απ’ τις σύντομες βιογραφίες – τους προφήτες Δανιήλ, Ιερεμία και Ησαΐα, τον Βασιλιά Δαβίδ, τον Σαμψών, τους αποστόλους Ματθαίο, Πέτρο και Παύλο.

Το ένα μετά το άλλο, τα πράγματα που είχα αποδεχθεί ως γεγονός, άρχισαν να αμφισβητούνται: Ίσως τρία άτομα να είχαν γράψει το βιβλίο του Ησαΐα, ο απόστολος Ματθαίος ίσως να μην είχε συγγράψει το Ευαγγέλιο του Ματθαίου. Ο Παύλος ίσως και να μην είχε γράψει μερικές απ’ τις επιστολές που του έχουν αποδοθεί. Και αυτό συνεχίστηκε με φράσεις όπως «μυθολογικοί συμβολισμοί», «μυθικές παραδόσεις» και «ασαφή οράματα» και έτσι ο συγγραφέας αυτός συνέχισε να εξηγεί με πολλές λεπτομέρειες ότι η Βίβλος δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται κυριολεκτικά. Ο Αδάμ και η Εύα θα πρέπει να θεωρούνται ως «συμβολικά πρωτότυπα της ανθρωπότητας». Το βιβλίο της Γένεσης ήταν απλά «κάποιος τρόπος για ορισμένους συγγραφείς να εκφράσουν τις θεωρίες τους όσον αφορά την προέλευση της ανθρώπινης ζωής και της πολιτιστικής ταυτότητας».

Είχα ρίξει μια γρήγορη ματιά σε λίγες μόνο σελίδες όταν άρχισα να νοιώθω ένα μεγάλο κενό μέσα στο στομάχι μου. Από τη μία, ήθελα να κλείσω το βιβλίο, από την άλλη όμως ήθελα να συνεχίσω να γυρνάω τις σελίδες, αναζητώντας κάποιες δηλώσεις που θα επαναβεβαίωναν την πίστη μου στη Βίβλο. Τότε τα μάτια μου έπεσαν στην καταληκτική πρόταση στην καταχώρηση για τον Ιησού Χριστό. «Σε όλα τα αναπόφευκτα ερωτήματα για τη βιβλική αναφορά όσον αφορά την ανάσταση του Ιησού, ένα γεγονός δεν αποδέχεται αντιπαράθεση: Το ότι οι μαθητές του Ιησού ήταν προετοιμασμένοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους πάνω στην εγκυρότητά της». Και το ίδιο έκαναν και αμέτρητοι άλλοι στο πέρασμα των εποχών, θα μπορούσα να προσθέσω κι εγώ.

Ένοιωσα δικαιωμένη και μετά λίγη ντροπή για το πόσο λίγη πίστη είχα δείξει πριν μερικές στιγμές. Αυτή η τελευταία πρόταση είχε εκδιώξει και είχε κλειδώσει την πόρτα στις αμφιβολίες που είχαν προσπαθήσει να αφαρπάξουν τον νου μου.

Τότε αντιλήφθηκα γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να έχουν πίστη στη Βίβλο, ακόμα και όταν έχουν διαβάσει βιβλία όπως αυτή την εγκυκλοπαίδεια, που μπορεί να υποδαυλίσουν την πίστη τους μέσω σκεπτικιστικών και κοντόφθαλμων απόψεων. Επειδή μέσω της Βίβλου έχουν γνωρίσει τον αληθινό της Συγγραφέα, τον Θεό και τον Υιό Του, τον Ιησού Χριστό.

Ο Θεός ζει και υπάρχει. Ο Ιησούς όχι μόνο αναστήθηκε απ’ τους νεκρούς, αλλά ζει και μέσα στην κάθε καρδιά που Τον προσκαλεί μέσα της και τα λόγια που υπάρχουν μέσα στη Βίβλο είναι γεμάτα ζωή και δύναμη. Πώς γνωρίζω εγώ ότι αυτά τα τρία πράγματα αληθεύουν; Επειδή τα έχω βιώσει εγώ ο ίδιος. Πιστεύω στη Βίβλο επειδή έχω δει τα αποτελέσματά της στη δική μου ζωή.