Πόσο εύκολο είναι να ακούμε συμβουλές από τους άλλους και να μεταλλάζουμε τους εαυτούς μας σε κάτι που δεν είμαστε.  Να πάψουμε να είμαστε οι μοναδικοί και υπέροχα φτιαγμένοι εαυτοί μας. Να βασίζουμε την αξία μας στο τι νομίζουν οι άλλοι αντί στο τι νομίζει ο Θεός.

Ένα ηλικιωμένο συγγενικό πρόσωπο ήρθε για επίσκεψη. “Μια κυρία δε γελά με το στόμα της ορθάνοιχτο, το κεφάλι γερμένο προς τα πίσω, επιτρέποντας σε όλους τους παριστάμενους να βλέπουν τις αμυγδαλές της”, με συμβούλεψε.

Ένοιωσα ράκος. “Στ’ αλήθεια γελάω με αυτόν τον τρόπο;”

Μου έδειξε πώς ακριβώς γελούσα και τρομοκρατήθηκα πάρα πολύ.

Άρχισα να είμαι προσεκτική.  Έπιανα τον εαυτό μου να γελάει, να απολαμβάνει τη στιγμή, όμως τότε τα λόγια της συγγενούς μου και ο τρόπος που με μιμήθηκε περνούσαν από τον νου μου. Έτσι έκλεινα λιγάκι το στόμα μου για να μη μπορούν οι άλλοι να δούνε τα πίσω μου δόντια, χαμήλωνα το πηγούνι μου ώστε να κοιτάω ευθεία μπροστά, και προσπαθούσα να χαλαρώσω τα χείλη ώστε να ελέγχω περισσότερο τον τρόπο που γελούσα.

Ήθελα να απολαμβάνω τη ζωή, να γελάω ανέμελα, όμως η εσωστρέφειά μου δεν με άφηνε και μου στερούσε τη χαρά. “Η καρδιά που ευφραίνεται δίνει ευεξία σαν γιατρικό· ενώ το πνεύμα του καταθλιμμένου ξεραίνει τα κόκαλα”. 1

Ώσπου μια μέρα ξεχάστηκα και γέλασα όπως συνήθιζα πριν. Ο ήλιος συνέχιζε να λάμπει. Κανένας δεν είπε ότι οι αμυγδαλές μου είχαν ασυνήθιστο σχήμα. Κανένας δεν έτρεξε μακριά λες και ήμουν καμιά ύαινα. Άρχισα να γελάω ξανά, απολαμβάνοντας τον ήχο και τον ρυθμό.

Μια φορά όταν είχαμε πάει στην Ιρλανδία με την οικογένειά μου, η κόρη μου, που της αρέσει να βγάζει φωτογραφίες ενώ εσύ δεν προσέχεις, με έβγαλε φωτογραφία ενώ γελούσα. Είναι μια από τις φωτογραφίες που μου αρέσει περισσότερο.

Είχαμε σταματήσει στο πεζοδρόμιο ενώ κάναμε μια βόλτα στο Δουβλίνο και είχαμε αρχίσει να αστειευόμαστε μεταξύ μας. Στη φωτογραφία γελάω μαζί με τον πατέρα μου. Το χέρι μου απλώνεται για να τον αγγίξει, το κεφάλι μου είναι γερμένο προς τα πίσω, το στόμα μου είναι ορθάνοιχτο και εγώ γελάω. Όχι μόνο με τη φωνή μου και τα χείλη αλλά με όλο μου το σώμα. Όλο μου το πνεύμα.

Στον Ψαλμό 4:7 αναφέρει: “Έδωσες στην καρδιά μου μεγαλύτερη ευφροσύνη, από όση απολαμβάνουν αυτοί, όταν πληθαίνει το σιτάρι τους και το κρασί τους”.  Έτσι ακριβώς θέλω να ζω τη ζωή μου. Γελώντας. Γελώντας ειλικρινά και απολαμβάνοντας αυτήν την παροδική, ακατάστατη και παρ’ όλα αυτά μυστηριώδη ζωή που μου έχει κάνει δώρο ο Θεός. Θέλω να γελάω ανέμελα επειδή ο Θεός είναι με το μέρος μου και επειδή κι Αυτός έχει την αίσθηση του χιούμορ. Δείτε μόνο έναν πλατύποδα.

  1. Παροιμίες 17:22