Την προηγούμενη χρονιά, η Γιορτή του Πατέρα συνέβη να συμπέσει με τα γενέθλια του πατέρα μου. Απεβίωσε το 2002 όταν ήταν 57 ετών, έχοντας καθηλωθεί για περίπου 28 χρόνια σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω ενός ατυχήματος που του συνέβη, όταν το αυτοκίνητο το οποίο επισκεύαζε, έπεσε πάνω του. Λίγο πριν του συμβεί το ατύχημα αυτό, είχε προσευχηθεί να δεχθεί τον Ιησού στην καρδιά του, κάτι το οποίο άλλαξε τη ζωή του παντελώς: Σταμάτησε να παίρνει ηρωίνη και άλλα ναρκωτικά, καθώς επίσης και να κλέβει και να κάνει μικροαπατεωνιές για να συντηρεί τις κακές του συνήθειες. Επίσης διέσωσε τον γάμο του, ο οποίος πήγαινε απ’ το κακό στο χειρότερο. Αποφάσισε να αφιερώσει την υπόλοιπη ζωή του στο να προσπαθεί να βοηθάει τους άλλους με τα δικά τους προβλήματα και παρά το ατύχημα του, ήταν πιστός στη δέσμευσή του μέχρι που απεβίωσε. Είμαι ευγνώμων για έναν τέτοιο πατέρα και για το παράδειγμά του σε εμένα και όσους τον γνώριζαν.
Πριν μερικά χρόνια, διάβασα μια έρευνα από την οποία ανακάλυψαν ότι κάτι αρκετά κοινό για τα παιδικά χρόνια των επιτυχημένων ανθρώπων, ήταν το ότι είχαν γονείς που τους διάβαζαν απ’ όταν ήταν μικρά και έτσι ενστάλαξαν μέσα τους την αγάπη για το διάβασμα. Μια απ’ τις πρώτες μου αναμνήσεις σαν μικρό παιδί, ήταν όταν μου διάβαζε ο πατέρας μου, κάτι που συνέβαινε σχεδόν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ. Του ήταν εύκολο να συγκινείται και να κλαίει και συχνά έκλαιγε όταν διάβαζε κάτι που τον άγγιζε μέσα του. Μαζί με όλες τις παιδικές ιστορίες και τα κλασσικά μυθιστορήματα, μου διάβασε αρκετές φορές και τα τέσσερα Ευαγγέλια. Αυτό είχε μια τρομακτική επίδραση στη ζωή μου, καθώς μπορώ ακόμα να ανακαλώ απ’ έξω, μακροσκελή κείμενα απ’ τα Ευαγγέλια και το πιο σημαντικό είναι ότι είμαι σίγουρος πως έγιναν μέρος της ψυχής μου.
Θυμάμαι τότε που ο πατέρας μου και εγώ κάναμε πολλές φορές ωτοστόπ, μια και δεν μπορούσε να οδηγήσει και τα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν ήταν και τόσο κατάλληλα για τις ανάγκες των αναπήρων. Όταν σταματούσε κάποιος να μας πάρει με το αυτοκίνητό του, έπρεπε να κατέβει από τη θέση του οδηγού και να βοηθήσει να κλείσουν το αναπηρικό του αμαξίδιο ενώ κατόπιν το έβαζαν στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου τους, κι εγώ καθόμουν στο πίσω κάθισμα και άκουγα τις συζητήσεις των μεγάλων. Στον πατέρα μου άρεσε πάρα πολύ να συζητά για τη ζωή του και για το πώς τον είχε σώσει ο Θεός και πώς είχε αλλάξει τη ζωή του. Δεν προλάβαινε να πει και πάρα πολλά, μια και φθάναμε στον προορισμό μας σύντομα, γι’ αυτό συνήθως οι οδηγοί σταματούσαν στην άκρη του δρόμου για να συνεχίσουν να συζητάνε μαζί του. Πολύ συχνά, πολλοί απ’ τους οδηγούς αυτούς, προσευχόντουσαν με τον πατέρα μου για να δεχθούν τον Ιησού στην καρδιά τους. Ποτέ μου δεν κουράστηκα να ακούω τον πατέρα μου να συζητά για τη ζωή του και την αγάπη και τη δύναμη του Θεού να αλλάξει τον καθένα μας, ανεξάρτητα απ’ το πόσο δυστυχισμένοι ή χαμένοι είμαστε εμείς. Αν και μου λείπει ο πατέρας μου, όμως αυτός ήταν ένας απ’ τους κύριους λόγους που αποφάσισα να αφιερώσω τη ζωή μου στο να βοηθώ τους άλλους να μάθουν για τον Ιησού.