Έχει ειπωθεί πως υπάρχουν τρεις καλλιτέχνες που μας προσφέρουν μουσική: Ο Θεός, που μας δίνει το θεσπέσιο ξύλο που κατασκευάζονται τα όργανα, ο οργανοποιός, που μετά από μήνες εργασίας ξυπνά τη μουσική που κατοικεί μέσα στο ξύλο και κατόπιν ο μουσικός μαέστρος, που απελευθερώνει τη μουσική απ’ τους ξύλινους περιορισμούς της, ώστε να κάνει τον ακροατή να νοιώσει ελεύθερος.
Εγώ ο ίδιος βίωσα τη λυτρωτική δύναμη της μουσικής, όταν επισκέφτηκα μια γυναικεία φυλακή στην Ουγκάντα. Σε μερικές περιπτώσεις, αυτές οι γυναίκες ήταν έγκυες ή ζούσαν μέσα στη φυλακή με τα παιδιά τους και τα φρόντιζαν εκεί, καθώς δεν είχαν συγγενείς να τους τα κρατήσουν.
Μαζί με μια ομάδα από φίλους εθελοντές μιας Χριστιανικής αποστολής εκεί, είχαμε πάει για να δώσουμε στις γυναίκες αυτές μια μουσική παράσταση, μια κωμωδία με κλόουν και ένα θέαμα ταχυδακτυλουργίας, ενώ σε ένα από τα σκετς θα έπαιζα κι εγώ. Προσπαθούσα να σκεφτώ ένα θέμα που θα ταίριαζε, όταν αντιλήφθηκα ότι οι περισσότερες απ’ τις φυλακισμένες γυναίκες εκεί, ένοιωθαν ότι η ζωή τους δεν είχε καμιά αξία και ότι δεν μπορούσαν να ελπίζουν σε τίποτα. Απλά επιβίωναν την κάθε τους μέρα χωρίς να έχουν καμιά ελπίδα.
Κάπου βρήκα το ποίημα «Το Άγγιγμα απ’ το Χέρι του Δασκάλου» (The Touch of the Master’s Hand), που μου φάνηκε τέλειο για την περίπτωση εκείνη. Η ιστορία έχει να κάνει με ένα παλιό και γρατζουνισμένο βιολί που το είχαν βγάλει σε πλειστηριασμό. Στην αρχή πρόσφεραν λίγα μόνο δολάρια γι’ αυτό, όταν όμως ένας ηλικιωμένος άνδρας ήρθε και έπαιξε μουσική με το βιολί αυτό, η τιμή του ανέβηκε κατακόρυφα. Τι ήταν αυτό που άλλαξε την αξία του βιολιού εκείνου τόσο πολύ; Ήταν το «άγγιγμα απ’ το χέρι του δασκάλου» που έπαιξε μια τόσο όμορφη μουσική.
Κάπως έτσι κι εκείνες οι γυναίκες στη φυλακή, συνέχιζαν να έχουν την αξία τους και θα μπορούσαν να «κάνουν όμορφη μουσική» με τη ζωή τους, αν μόνο επέτρεπαν στον Δάσκαλο να αγγίξει τη ζωή τους. Κάναμε ένα σκετς στην τοπική γλώσσα, χρησιμοποιώντας ένα πραγματικό βιολί. Εγώ μιμήθηκα ότι έπαιζα το βιολί, ενώ ακούγονταν η ηχογραφημένη μουσική από κάποιον που έπαιζε βιολί. Μετά από λίγες απλές οδηγίες, το κοινό έπαιξε το ρόλο των ανθρώπων εκείνων που έκαναν προσφορές για το βιολί. Όταν τελειώσαμε, πολλές από τις γυναίκες εκεί, μας ανέφεραν πως η ιστορία αυτή τους είχε δώσει νέα ελπίδα.
Η ιστορία για το πώς γράφτηκε αυτό το ποίημα είναι πολύ ενδιαφέρουσα, επειδή συσχετίζεται με το άτομο που το έγραψε. Η συγγραφέας, Μύρα Ουέλτς, αγαπούσε να παίζει όργανο όταν ήταν νέα, όμως επειδή ανέπτυξε σοβαρή αρθρίτιδα, αναγκάστηκε να ζει μέσα σε ένα αναπηρικό καροτσάκι και δεν μπορούσε να ξαναπαίξει. Μια μέρα, άκουσε ένα κήρυγμα για τη δύναμη του Θεού να χρησιμοποιεί τους ανθρώπους παρ’ όλα τα μειονεκτήματά τους και τις αναπηρίες τους και είπε, «Γέμισα τόσο πολύ από φως, που έγραψα το ποίημα εκείνο σε 30 λεπτά μόνο». Το γεγονός ότι μπόρεσε και το έγραψε, ήταν κάτι το εκπληκτικό. Έπρεπε με τα κυρτωμένα της δάκτυλα να κρατά ένα μολύβι και με αυτό να κτυπά το κάθε πλήκτρο πάνω στη γραφομηχανή. Εντούτοις, είπε αυτή, «η χαρά του γραψίματος, ξεπέρασε τον πόνο των προσπαθειών μου».
Ακόμα και ένα παλιό και φαινομενικά άχρηστο βιολί μπορεί να μεταμορφώσει ζωές. Κάτι μικρό όπως τα λίγα ψάρια και τα ψωμιά μπορούν να μεταμορφωθούν σε ένα συμπόσιο για χιλιάδες απ’ το άγγιγμα του Κυρίου, όπως όταν ο Ιησούς πολλαπλασίασε τα ψωμιά και τα ψάρια. 1 Ο Μωυσής ανακάλυψε πως παρ’ όλες τις ανεπάρκειές του, κάτι τόσο κοινό όπως ένα ραβδί μπορεί να μεταμορφωθεί σε ένα σκήπτρο για τον Κύριο ώστε να κάνει δυνατά σημεία και θαύματα. 2