Πριν κάμποσα χρόνια, διηύθυνα ένα νεαρό μουσικό συγκρότημα που αποτελείτο ως επί το πλείστον από έφηβους. Ήταν όλοι τους ταλαντούχοι μουσικοί και τραγουδιστές και δουλειά μου ήταν να τους βοηθήσω να αναπτύξουν περαιτέρω τη μουσική τους εκπαίδευση.
Πράγματι απολάμβανα το καθήκον μου, του να «διευθύνω» — ίσως και κάπως περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Έβλεπα τον εαυτό μου ως ηγέτη και πάντα νόμιζα ότι ο τελευταίος λόγος έπρεπε να είναι ο δικός μου, ειδικότερα όσον αφορούσε το πώς ακουγόμασταν και το πώς έπρεπε να ακουγόμαστε. Ήμουν περήφανος για το οξυδερκές μουσικό μου αυτί και όταν κάποιος το αμφισβητούσε αυτό, εκνευριζόμουν πάρα πολύ και επίσης όταν έκανα κάποιο μικρό λάθος στο πώς έπαιζα την κιθάρα ή τραγουδούσα και αυτοί το παρατηρούσαν και μου το έλεγαν. Μέσα μου νόμιζα ότι εγώ ήμουν αυτός με το περισσότερο ταλέντο και εμπειρία και ότι οι άλλοι ήταν απλώς εκπαιδευόμενοι.
Ένα πράγμα που επανειλημμένα μου είχε υποδειχθεί, ήταν η τάση μου να επιταχύνω τον ρυθμό των τραγουδιών, όταν έπαιζα κιθάρα. Όλα τα μέλη στο συγκρότημα, καθώς και άλλοι μουσικοί που άκουγαν τις πρόβες μας, επέμεναν ότι όντως επιτάχυνα τον ρυθμό, κάτι που εγώ αρνιόμουν να το αποδεχθώ, μέχρι που μια μέρα και ενώ έπαιζα ντραμς με ένα άλλο συγκρότημα με καλύτερους μουσικούς, ο μπασίστας είπε σε όλους μας να σταματήσουμε και γυρνώντας προς το μέρος μου, μου είπε ξεκάθαρα, «Κράτα το τέμπο σταθερό Στηβ. Πραγματικά επιταχύνεις το τέμπο».
Έμεινα έκθαμβος — επειδή αυτή τη φορά, η παρατήρηση προερχόταν από έναν μουσικό του οποίου το ταλέντο και η εμπειρία ξεπερνούσαν κατά πολύ τη δική μου. Αυτό με έκανε να σκεφτώ κάπως τα πράγματα, μια και ήταν ήδη κάπως τεταμένα ανάμεσα σε μένα και την ομάδα των τραγουδιστών για λίγο καιρό και αυτό το απέδιδα σε όλους τους άλλους, εκτός απ’ τον εαυτό μου.
Αργότερα, είπα σε μια φίλη μου για τις πρόσφατες δυσκολίες που είχα με το συγκρότημα που διεύθυνα και πως είχα αρχίσει να αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί να έφταιγα εγώ. Όταν τελείωσα, αυτή μου είπε κάτι για το πώς ένας αληθινά καλός ηγέτης χρειάζεται επίσης να γνωρίζει πότε και πώς να είναι και καλός ακόλουθος.
Τα λόγια της έφεραν τα πάνω κάτω στη ζωή μου, συγχρόνως όμως ακουγόταν αληθινά. Αναρωτιόμουν πώς θα μπορούσα να μάθω να «ακολουθώ» τη συμβουλή εκείνων που εκπαίδευα και να μαθαίνω από άτομα που ήταν πολύ νεότερα και λιγότερο έμπειρα απ’ ό,τι εγώ. Όταν όμως προσπάθησα να βάλω τον εαυτό μου στη θέση τους για λίγο, φαντάστηκα πόσο τους είχα κάνει να νοιώθουν υποτιμημένοι.
Επιπλέον, αντιλήφθηκα πως αν επρόκειτο αυτοί οι νεαροί τους οποίους εγώ εκπαίδευα να αναπτυχθούν στον ρόλο που είχαν στο μουσικό συγκρότημα, τότε χρειάζονταν ενθάρρυνση ώστε να αναπτύξουν το πλήρες δυναμικό τους και να φθάσουν εκεί που μπορούσαν να φθάσουν. Αντιλήφθηκα ότι είχα το αντίθετο αποτέλεσμα στην εκπαίδευσή τους και αποφάσισα να αλλάξω.
Με την πρώτη ευκαιρία τους κάλεσα όλους μαζί, απολογήθηκα για τον τρόπο που ενεργούσα και τους είπα πως από εδώ και στο εξής, θα άρχιζα να ζητώ και να εκτιμώ τη δική τους συμβουλή και γνώμη.
Από τότε και μετά, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα για να τους βλέπω σαν συνεργάτες και συντρόφους, αντί για απλούς εκπαιδευόμενους, με αποτέλεσμα τα πράγματα να αρχίσουν να πηγαίνουν πολύ πιο ομαλά, έχοντας μεταξύ μας μια απρόσκοπτη και ειλικρινή επικοινωνία και ανταλλαγή απόψεων. Οι πρόβες μας ήταν πολύ πιο χαρούμενες αντί για αγχωτικές, ενώ οι παραστάσεις μας άγγιξαν πάρα πολλούς ανθρώπους με την αγάπη του Θεού.
Οι αναμνήσεις μου απ’ εκείνο το συγκρότημα είναι ανεκτίμητες. Αν και δεν είμαστε πια μαζί και τώρα ασχολούμαστε με διαφορετικές καριέρες και κάλεσμα, οι φιλίες μας παραμένουν δυνατές.
Η επιστολή του Πέτρου Α’ 5:5 μας αναφέρει «υποτάσσεστε ο ένας στον άλλον και ντυθείτε την ταπεινοφροσύνη». Αν και είχα απομνημονεύσει αυτό το εδάφιο όταν ήμουν μικρός, η εμπειρία με αυτό το μουσικό συγκρότημα, μου έδειξε πώς να την κάνω πράξη.