Το έβδομο κεφάλαιο στο ευαγγέλιο του Ματθαίου, είναι το τελευταίο κεφάλαιο από την Επί Του Όρους Ομιλία και περιέχει κάποιες περιεκτικές δηλώσεις, οι οποίες έχουν σπουδαία σημασία για τους πιστούς. Εστιάζονται πάνω στο θέμα της προσευχής και είναι μια συνέχεια της Ομιλίας Του: Να μην προσευχόμαστε σαν τους υποκριτές που θέλουν να βλέπονται απ’ τους άλλους 1 ή τους ειδωλολάτρες που αερολογούν, νομίζοντας ότι οι προσευχές τους θα εισακουστούν λόγω της συνεχούς επανάληψης, 2 αλλά μάλλον να προσευχόμαστε με την αντίληψη ότι ο Επουράνιος Πατέρας, μας αγαπά και νοιάζεται για μας. 3
«Ζητάτε, και θα σας δοθεί· ψάχνετε, και θα βρείτε· κρούετε, και θα σας ανοιχτεί. Επειδή, καθένας που ζητάει, παίρνει, κι αυτός που ψάχνει, βρίσκει, και σ’ αυτόν που κρούει, θα ανοιχτεί. Ή, ποιος άνθρωπος είναι από σας, που, αν ο γιος του ζητήσει ψωμί, μήπως θα του δώσει πέτρα; Και αν του ζητήσει ψάρι, μήπως θα του δώσει φίδι; Αν, λοιπόν, εσείς, που είστε πονηροί, ξέρετε να δίνετε καλές δόσεις στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, θα δώσει αγαθά σ’ αυτούς που ζητούν απ’ αυτόν;» 4
Ο Ιησούς ρωτούσε εκείνους που ήταν παρόντες, τι θα έκαναν αν το δικό τους παιδί, τους ζητούσε ψωμί ή ψάρι που ήταν και η βασική τροφή την εποχή εκείνη στην Παλαιστίνη. Σίγουρα δεν θα έδιναν στο παιδί τους για να φάει μια πέτρα ή ένα φίδι! Όπως έκανε συχνά, ο Ιησούς χρησιμοποίησε την τακτική από το «ελάχιστο στο μέγιστο» για να κάνει σαφές το επιχείρημά Του. Αν οι επίγειοι γονείς δίνουν στα παιδιά τους καλά πράγματα όταν αυτά τους τα ζητάνε, πόσο μάλλον περισσότερο δεν θα το κάνει ο Θεός; Αφού ο Θεός είναι ο Πατέρας μας και είναι τόσο καλός μαζί μας, μπορούμε ελεύθερα να Τον παρακαλέσουμε μέσω της προσευχής, όπως θα ζητούσε και ένα παιδί απ’ τους γονείς του για κάτι που χρειάζεται ή επιθυμεί.
Μερικοί βέβαια θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι η προσευχή δεν είναι και τόσο αναγκαία, επειδή υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον Θεό και δεν προσεύχονται κι όμως όλα τους πάνε καλά. Εργάζονται και εξοικονομούν χρήματα ώστε να μπορούν να αποκτούν ό,τι χρειάζονται χωρίς καν να πρέπει να προσεύχονται. Ο συγγραφέας Τζον Σκοτ αναφέρθηκε σε αυτό το θέμα όταν έγραψε για τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα δώρα που μας προσφέρει ο Θεός σαν Δημιουργός μας και αυτά που μας προσφέρει ως ο Πατέρα μας:
Πρέπει να κάνουμε τον διαχωρισμό ανάμεσα στα δώρα που λαμβάνουμε μέσω της δημιουργίας Του και τα δώρα που είναι αποτέλεσμα της λύτρωσης που μας πρόσφερε ο Θεός. Το γεγονός ότι δίνει δώρα (σοδειές, μωρά, τροφή, ζωή) είτε οι άνθρωποι προσεύχονται είτε όχι, είτε πιστεύουν είτε όχι, αληθεύει πλήρως. Δίνει ζωή και ανάσα στο καθετί. 5 Στέλνει βροχή απ’ τον ουρανό και εποχές καρποφορίας σε όλους. Κάνει τον ήλιο να ανατέλλει για όλους είτε καλοί είναι αυτοί, είτε κακοί. «Επισκέπτεται» μια μητέρα όταν αυτή μένει έγκυος και αργότερα όταν γεννάει. Κανένα απ’ τα δώρα αυτά δεν εξαρτάται απ’ το αν οι άνθρωποι Τον αναγνωρίζουν σαν Δημιουργό τους ή προσεύχονται σε Αυτόν.
Όμως τα δώρα που δίνονται ως αποτέλεσμα της λύτρωσης του Θεού, είναι διαφορετικά. Ο Θεός δεν παρέχει τη σωτηρία σε όλους αδιακρίτως, όμως παρέχει τα πλούτη Του σε όλους όσους Τον επικαλούνται. Επειδή «καθένας που θα επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου, θα σωθεί». 6 Το ίδιο ισχύει και για τις ευλογίες μετά τη σωτηρία, τα ‘καλά πράγματα’ που μας λέει ο Ιησούς ότι ο Πατέρας δίνει στα παιδιά Του. Αυτό βέβαια δεν αναφέρεται σε υλικές ευλογίες, αλλά σε πνευματικές – καθημερινή συγχώρεση, λύτρωση από το κακό, ειρήνη, ενδυνάμωση της πίστης, ελπίδα και αγάπη, τα οποία είναι στην ουσία αποτέλεσμα του Αγίου Πνεύματος που διαβιεί μέσα μας σαν μια ευλογία του Θεού σε όλο της το εύρος. 7
Στην Κυριακή Προσευχή, ο Ιησούς μας δίδαξε να προσευχόμαστε και για τα δύο είδη των δώρων. Ο καθημερινός μας άρτος είναι δώρο της δημιουργίας, ενώ η συγχώρεση και η απελευθέρωση είναι λυτρωτικά δώρα. Προσευχόμαστε για συγχώρεση και απελευθέρωση, επειδή τα δώρα αυτά προσφέρονται μόνο ως απάντηση στην προσευχή. Επίσης μας έχει ειπωθεί να προσευχόμαστε για τις υλικές μας ανάγκες, επειδή είναι πρόσφορο να αναγνωρίζουμε τη φυσική μας εξάρτηση από τον Πατέρα μας.
Έχοντας αυτό υπόψη, ας δούμε το πρώτο μέρος του κειμένου ξανά: «Ζητάτε, και θα σας δοθεί· ψάχνετε, και θα βρείτε· κρούετε, και θα σας ανοιχτεί. Επειδή, καθένας που ζητάει, παίρνει, κι αυτός που ψάχνει, βρίσκει, και σ’ αυτόν που κρούει, θα ανοιχτεί». Όμως μπορούμε να πούμε με κάθε βεβαιότητα, ότι ο Ιησούς παρέθετε το ότι η κάθε προσευχή θα απαντιόταν με θετικό τρόπο και ότι πάντα θα λαμβάναμε αυτό για το οποίο προσευχόμαστε;
Μια απ’ τις βασικές αρχές της κατανόησης των Γραφών είναι το να συγκρίνουμε αυτό που διδάσκεται σε κάποιο εδάφιο με τη γενικότερη διδασκαλία της Γραφής. Είναι ξεκάθαρο από την ανάγνωση της Βίβλου ότι οι προσευχές δεν απαντιόνται πάντα με τον τρόπο που ζητάει κάποιος ενώ προσεύχεται. Αυτό μπορεί να φανεί και στα παρακάτω εδάφια:
Για να μη υπερηφανεύομαι, μου δόθηκε ένας σκόλοπας στη σάρκα … παρακάλεσα τον Κύριο τρεις φορές, για να απομακρυνθεί από μένα και μου είπε: «Αρκεί σε σένα η χάρη Μου· επειδή, μέσα σε αδυναμία, η δύναμή Μου φανερώνεται τέλεια». 8
Θεέ μου, Σε επικαλούμαι την ημέρα και δεν απαντάς· κάθε νύχτα υψώνω τη φωνή μου, όμως δεν βρίσκω ανακούφιση. 9
Απ’ αυτά και άλλα εδάφια συν την προσωπική μας εμπειρία, είναι προφανές ότι ο Θεός δεν απαντά πάντοτε στις ικεσίες μας με τον τρόπο που θα θέλαμε να το κάνει. Ο επουράνιος Πατέρας μας δεν είναι το «κοσμικό μας γκαρσόνι» που βρίσκεται εκεί για να μας κάνει το κάθε χατίρι, και τα λόγια του Ιησού δεν πρέπει να παρερμηνεύονται ότι ο Θεός θα εκπληρώσει την κάθε μας επιθυμία. Όμως ακόμα και όταν μερικές απ’ τις προσευχές μας δεν απαντηθούν με τον τρόπο που θα θέλαμε εμείς, μπορούμε να Τον εμπιστευόμαστε για το ότι Αυτός γνωρίζει τι είναι το καλύτερο.
Θα πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για το ότι ο Θεός δεν απαντά στην κάθε μας προσευχή δίνοντάς μας ακριβώς αυτό που Του ζητάμε. Αν το έκανε, μάλλον θα προσευχόμασταν λιγότερο, επειδή πολύ σύντομα θα βλέπαμε ότι αν απαντιόταν η κάθε μας προσευχή, αυτό θα είχε απρόβλεπτες και ανεπιθύμητες συνέπειες. Τόσο αυτές όπως και άλλες υποσχέσεις που έχουν να κάνουν με απαντήσεις στις προσευχές μας, δεν είναι δεσμευτικές για τον Θεό ώστε να μας δίνει οτιδήποτε Του ζητάμε εμείς, οποτεδήποτε το ζητάμε και ακριβώς με τους όρους που το ζητάμε. Αν τα πράγματα συνέβαιναν κατ’ αυτόν τον τρόπο, η προσευχή θα γίνονταν ένα αβάσταχτο φορτίο για να το επωμιστούμε εμείς. 10 Μόνον ο παντογνώστης, πανάγαθος, πάνσοφος και στοργικός Πατέρας μας μπορεί να γνωρίζει ποιες προσευχές θα πρέπει να απαντηθούν, πότε είναι καλύτερα να απαντηθούν και αν θα πρέπει να απαντηθούν.
Ας επιστρέψουμε ξανά στο παράδειγμα των παιδιών που ζητάνε πράγματα απ’ τους γονείς τους: Αν το παιδί ζητούσε ένα φίδι αντί για ψάρι, τότε ο πατέρας από αγάπη και φροντίδα, δεν θα εκπλήρωνε το αίτημα αυτό. Μια και οι γονείς γνωρίζουν καλύτερα και έχουν και τη σοφία, καθώς επίσης και την αγάπη για το παιδί τους, θα τους εμπόδιζε να ανταποκρίνονταν σε αυτό το ιδιαίτερο αίτημα του παιδιού. Αντίθετα, μάλλον δεν θα δώσουν σημασία στο αίτημα αυτό του παιδιού αλλά στο γεγονός ότι το παιδί τους πεινάει και θα του προσφέρουν κάτι πιο κατάλληλο για τροφή. Οι γονείς μπορεί μερικές φορές να αρνούνται ή να καθυστερούν την εκπλήρωση των αιτημάτων των παιδιών τους ή να τους δίνουν κάτι το οποίο, αν και διαφορετικό απ’ το αρχικό αίτημα των παιδιών, θα προμηθεύσει για την ανάγκη τους. Ο επουράνιος Πατέρας μας συχνά κάνει κι Αυτός το ίδιο όταν ανταποκρίνεται και στις δικές μας προσευχές.
Μας δίνεται η παρότρυνση να προσευχόμαστε – να ζητάμε, να ψάχνουμε και να χτυπάμε στην πόρτα – επειδή όταν το κάνουμε αυτό, λαμβάνουμε και βρίσκουμε και μας ανοίγονται ευκαιρίες. Σε όλη τη Γραφή, υπάρχουν πολυάριθμες υποσχέσεις για το ότι ο Θεός θα απαντήσει στα αιτήματά μας. Αν και δεν δηλώνεται κάθε φορά, το υποκείμενο θεμέλιο αυτών των υποσχέσεων είναι η κατανόηση για το ότι ο Θεός είναι καλός, ότι επιθυμεί να κάνει το καλύτερο για εμάς, ότι μας αγαπά πάρα πολύ και είναι επιθυμία Του για μας να παρουσιάζουμε τα αιτήματά μας και σαν ο στοργικός μας Πατέρας που είναι, απαντάει στις προσευχές μας σύμφωνα με αυτό που γνωρίζει ότι είναι το καλύτερο.
Προσευχόμαστε με πίστη, γνωρίζοντας ότι ο Θεός θα απαντήσει με τον καλύτερο τρόπο τόσο για εμάς όσο και τους άλλους γενικά, λόγω της μεγάλης αγάπης που έχει για όλους μας. Ζητάμε για τις ανάγκες μας και τις επιθυμίες μας, έχοντας εμπιστοσύνη ότι μέσα στη δική Του τέλεια κατανόηση, σοφία και καλοσύνη, ο Θεός θα ανταποκριθεί με ένα ναι, ένα όχι ή ένα περίμενε. Έχοντας εμπιστοσύνη στο ότι Αυτός γνωρίζει καλύτερα πώς να ανταποκριθεί στην κάθε μας προσευχή, μπορούμε και εμείς να προσευχηθούμε το ίδιο όπως έκανε και ο Ιησούς: «Όχι το δικό μου θέλημα, αλλά το δικό Σου ας γίνει». 11