Ήμουν τόσο χαρούμενη που έγινα ξανά μητέρα. Ο Άλεν ήταν ένα γλυκό και χαρούμενο μωράκι. Τον έβαζα στην κούνια του και καθόταν εκεί μέσα χαρούμενος, είτε ήταν ξύπνιος είτε κοιμόταν, ενώ εγώ κούναγα με το πόδι μου την κούνια του και συγχρόνως εργαζόμουνα στον προσωπικό μου υπολογιστή. Μερικές φορές έκανα εργασία γραφείου στο σπίτι και ένοιωθα πολύ ικανοποιημένη που μπορούσα να συνεχίσω να εργάζομαι. Ήμουν περήφανη που μπορούσα να κάνω δύο-τρεις δουλειές συγχρόνως και πολλοί με είχαν επαινέσει γι’ αυτό. Ακόμα και όταν ο Άλεν μεγάλωσε και έμενε ξύπνιος για περισσότερη ώρα, συνέχιζε να του αρέσει να βρίσκεται στην κούνια του.

Μια μέρα όμως παρατήρησα πως η κούνια είχε κοντύνει. Στην αρχή σκέφτηκα πως η Τζέσικα, η μεγαλύτερη αδελφή του Άλεν, που εκείνο τον καιρό ήταν νήπιο, ίσως να είχε καθίσει στην κούνια και να την είχε λυγίσει. Προσπάθησα να την επιδιορθώσω μόνη μου λυγίζοντάς την στο αρχικό της σχήμα, όμως δεν τα κατάφερα. Ζήτησα από τον σύζυγό μου να της ρίξει μια ματιά, και το συμπέρασμά του ήταν ότι χρειαζόταν ηλεκτροσυγκόλληση, όμως μου είπε πως θα ήταν πιο εύκολο να αγοράζαμε μια καινούργια.

Τώρα πώς θα έβαζα για ύπνο τον Άλεν; Είχα συνηθίσει να τον κουνάω μέσα στην κούνια του και συγχρόνως να εργάζομαι, όμως τώρα θα έπρεπε να τον κρατάω και να τον κουνάω στην αγκαλιά μου μέχρι να κοιμηθεί. Πρώτα δοκίμασα το πέρα-δώθε στο δωμάτιο και μετά κάθισα στην κουνιστή πολυθρόνα. Όταν τελικά τον πήρε ο ύπνος, δεν ήθελα να τον βάλω στο κρεβατάκι του μήπως και ξυπνήσει ξανά. Έτσι συνέχισα να τον κρατάω στην αγκαλιά μου με αποτέλεσμα να μην μπορώ να κάνω τίποτα άλλο. Σκεπτόμουνα τα όσα έπρεπε να κάνω και αυτό με στεναχωρούσε ακόμα πιο πολύ.

Τότε ήταν που ήρθε στον νου μου η ιδέα να προσευχηθώ. Θυμάμαι που είχα διαβάσει ένα βιβλίο με τον τίτλο, Μην Κάθεσαι Με Σταυρωμένα τα Χέρια, Προσευχήσου για Κάτι. 1 Και αυτό και έκανα. Προσευχήθηκα για το μωρό μου, για τη δουλειά του συζύγου μου, για την κόρη μου, για τις ευθύνες μου, για τους φίλους και τα μέλη της οικογένειας και όταν ξύπνησε το μωρό, εγώ ένοιωθα ανανεωμένη και αισιόδοξη. Στην ουσία ένοιωθα λες και είχα εκπληρώσει περισσότερα από ό,τι όταν καθόμουνα στο γραφείο και δακτυλογραφούσα στον υπολογιστή μου. Και μάλλον αυτό συνέβαινε.

Ο Ιησούς είχε πει ότι πρέπει «πάντοτε να προσευχόμαστε». 2 Βέβαια δεν έχω φτάσει σε αυτό το επίπεδο, όμως αν χρησιμοποιούσα την ώρα που κοιμάται ο γιος μου, να προσεύχομαι για τους άλλους ίσως και να πλησίαζα αυτό το ιδεώδες. Μέσα από αυτή την παρέμβαση στη δική μου ρουτίνα για επιτεύγματα, ο Θεός μπόρεσε να μου δείξει κάτι με πολύ μεγαλύτερη και διαρκή αξία.

  1. Ronald Dunn (Grand Rapids: Zondervan, 2001)
  2. Λουκά 18:1