Πριν μερικά χρόνια κάτι άλλαξε δραστικά στη σχέση μου με τον Θεό. Μέχρι τότε, είχα την εμμονή να κάνω πράγματα που θα Τον ευχαριστούσαν ή θα Τον έκαναν περήφανο για μένα και να μην κάνω πράγματα τα οποία θα Τον δυσαρεστούσαν. Και μετά βέβαια, υπήρχε και η άλλη πλευρά, αυτή στην οποία κάνει τα πράγματα Εκείνος. Υπήρχε το θέμα των πραγμάτων που Του ζητούσα εγώ να κάνει, και αυτά που έκανε Εκείνος ενώ εγώ δεν Του τα είχα ζητήσει, και προσπαθούσα να τα ερμηνεύσω· να απογοητεύομαι όταν φαινόταν ότι έκανε πράγματα που δεν με ενδιέφεραν, και να επιμένω στην προσπάθειά μου να καταλάβω γιατί τα έκανε.

Τότε είχα μια επιφώτιση που με έκανε να δω τον Θεό και τη σχέση μου μαζί Του πολύ διαφορετικά. Αυτό συνέβη μετά αφότου διάβασα κάτι, που αναφερόταν στο να αγαπάμε τον Θεό για αυτό που είναι, για το Ποιος είναι και όχι για το τι κάνει για μας. Είμαι σίγουρη πως το είχα ξανακούσει, όμως αυτή τη φορά με άλλαξε.

Άρχισα να σκέφτομαι τι σήμαινε αυτό για μένα – το να αγαπώ τον Θεό για αυτό που είναι. Άρχισα να σκέφτομαι περισσότερο το να είμαι αντί το να κάνω – το να είμαι με τον Θεό, να Τον απολαμβάνω, να είμαι το είδος του ανθρώπου που θα Τον ευχαριστούσε να είναι κοντά Του. Σκέφτηκα να αρχίσω να μαθαίνω για τον χαρακτήρα Του και σκέφτηκα επίσης για τη βαθειά πνευματική μας σχέση – πνεύμα με πνεύμα, νου με νου. Κάθε ανθρώπινη ψυχή έχει βάθος, είναι πολύπλοκη και δεν είναι και τόσο εύκολο να τη μάθεις ή να την προσδιορίσεις – πόσο μάλλον περισσότερο τον Θεό όλων των πραγμάτων; Πώς μπόρεσα να Τον υποβιβάσω τόσο πολύ;

Συνειδητοποίησα ότι Τον έβλεπα σχεδόν σαν μια καρικατούρα. Μερικές φορές Τον έβλεπα σαν ένα είδος «διαστημικού τζίνι» που περιφερόταν «μαγικά» και μου έφερνε πράγματα ή έκανε πράγματα για μένα (τις καλές εποχές). Ή έκανε πράγματα «σε» μένα (τις κακές εποχές). Σε άλλες περιπτώσεις, οι σκέψεις μου γι’ Αυτόν ήταν λες και Αυτός ήταν το αφεντικό ή ο «επικεφαλής» που πάντα ήθελε από μένα να κάνω κάτι γι’ Αυτόν ή να φροντίσω κάτι γι’ Αυτόν. Ένας τύπος που είχε έναν κατάλογο από προσδοκίες και πάντα με βαθμολούσε.

Μετά την επιφώτισή μου, προσπάθησα να σκεφτώ ότι αν ο Θεός ήταν ένας άνθρωπος και είχα σχέση μαζί Του, τι θα κάναμε μαζί; Για ποιά θέματα θα συζητούσαμε; Τι θα μοιραζόμουν μαζί Του; Τι θα ήθελα απ’ Αυτόν να μοιραστεί μαζί μου και τι θα Τον ρωτούσα εγώ;

Η απάντηση σε αυτό δεν είναι ξεκάθαρη, ούτε απλή· όμως η ουσία του πράγματος είναι ότι όταν αγαπάμε κάποιον και θέλουμε να περάσουμε χρόνο μαζί του, συνήθως δεν ξοδεύουμε αυτόν τον χρόνο συζητώντας για το τι εκπληρώσαμε σήμερα, ή τι λάθη κάναμε, ούτε του δείχνουμε τη λίστα με αυτά που έχουμε να κάνουμε. Υπάρχει ο τόπος και ο χρόνος για αυτά, αλλά η δημιουργία μιας στοργικής σχέσης έρχεται περισσότερο μέσα από βαθιές σκέψεις, συναισθήματα και πράγματα για τα οποία νοιαζόμαστε. Επίσης δεν είναι μονόπλευρη, με τη μια ή την άλλη πλευρά να υποβάλλει όλα τα αιτήματα ή να κάνει όλη τη δουλειά.

Έτσι πάμε για περίπατο μαζί, ή για τρέξιμο, και συζητάμε. Ενώ περπατάω ή τρέχω, κατά προτίμηση μέσα στη φύση, κατευθύνω τις σκέψεις μου σ’ Αυτόν. Προσπαθώ να μη μιλάω μόνο εγώ. Προσπαθώ να ακούσω. Αποφεύγω να περιμένω οτιδήποτε το συγκεκριμένο όσον αφορά την κατεύθυνση που θα πάρει η συζήτησή μας. Ξέρω ότι υπάρχει ο χρόνος και ο τόπος για να ζητήσω πράγματα μέσω της προσευχής, όμως για να διορθώσω τις άσχημες συνήθειες, σταμάτησα για λίγο καιρό να ζητάω οτιδήποτε απ’ Αυτόν στη διάρκεια των συναντήσεών μας. Κάνω σκέψεις ευγνωμοσύνης και δοξολογίας. Επικεντρώνομαι στα γνωρίσματα, τον χαρακτήρα και τη φύση Του – στα πράγματα που είναι Αυτός, αντί στα πράγματα που κάνει Αυτός. Συλλογίζομαι για να δω πώς μπορώ να είμαι περισσότερο σαν Αυτόν και σαν όλα τα καλά πράγματα που είναι Αυτός. Το μόνο που ζητάω απ’ Αυτόν στη διάρκεια αυτών των συζητήσεων είναι να με βοηθήσει να το κάνω αυτό.

Έμαθα επίσης να σκέφτομαι διαφορετικά όσον αφορά την ιδέα για έναν Θεό που «μας προσέχει». Μου αρέσει να παρατηρώ τους άλλους. Όποτε βρίσκομαι σε ένα εστιατόριο ή ένα μπαρ, σε ένα αεροδρόμιο ή έναν σιδηροδρομικό σταθμό, με συναρπάζει να παρατηρώ τι κάνουν οι άλλοι – από το πώς ντύνονται και πώς περπατάνε ή στέκονται, μέχρι το τι διαβάζουν ή πώς μιλάνε και επικοινωνούν με άλλους ανθρώπους. Τώρα αντιλαμβάνομαι την έννοια του «Ο Θεός μας προσέχει» κάπως με τον ίδιο τρόπο που και εγώ παρατηρώ τους άλλους ανθρώπους. Με άλλα λόγια, αντί να σκέφτομαι ότι Αυτός εξετάζει και μετράει οτιδήποτε κάνω και κάθε λέξη που λέω, και ότι με κρίνει, σκέφτομαι πόσο θα πρέπει να απολαμβάνει να παρατηρεί το τι κάνει και τι λέει ο καθένας και πώς συμπεριφερόμαστε μεταξύ μας.

Φαντάζομαι πώς θα ένιωθα εγώ αν έφτιαχνα μια τεράστια κατασκευή Lego και μετά αυτή ζωντάνευε, όπως στην ταινία The Lego Movie. Πόσο θα με ενθουσίαζε να έβλεπα κάτι τέτοιο! Συνειδητοποιώ ότι είναι πολύ απλοϊκός ο τρόπος με τον οποίο το βλέπω, αλλά νομίζω ότι υπάρχει κάτι στην ιδέα ότι ο Θεός μας παρατηρεί και μας βρίσκει συναρπαστικούς. Με την ίδια λογική που εμείς Τον αγαπάμε γι’ αυτό που είναι, και Αυτός μας αγαπάει γι’ αυτό που είμαστε – για το ποιοι είμαστε, για το τι μας ενδιαφέρει, για το τι έχει σημασία για μας, για τις ιδιαιτερότητές μας και τις προτιμήσεις μας. Του αρέσει να μας παρατηρεί και Του αρέσει να είναι μαζί μας.