Δύο όνειρα ήταν η αρχή των προβλημάτων για τον Ιωσήφ.

«Ακούστε το όνειρο αυτό», είπε ο Ιωσήφ στους 11 αδελφούς του. «Ήμασταν μαζί έξω στα χωράφια, συγκεντρώνοντας δεμάτια από στάρι. Ξαφνικά το δικό μου δεμάτι στάθηκε όρθιο και τα δικά σας δεμάτια μαζεύτηκαν γύρω μου και προσκύνησαν το δικό μου!»

Στο δεύτερο όνειρο του Ιωσήφ, ο ήλιος, το φεγγάρι και 11 άστρα προσκύνησαν πάλι μπροστά του.

Οι έννοιες των ονείρων ήταν προφανείς. Ακόμα και ο πατέρας του, ο Ιακώβ, ο οποίος αγαπούσε τον Ιωσήφ περισσότερο απ’ τους άλλους του γιούς, πειράχτηκε και τον επιτίμησε μπροστά σε όλους.

Ο Ιακώβ ίσως να είχε συγχωρέσει τον Ιωσήφ, όμως τα αδέλφια του δεν τον συγχώρεσαν. Όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία, τον πούλησαν σαν σκλάβο σε κάποιους ξένους εμπόρους που πήγαιναν προς την Αίγυπτο.

Μετά από κάμποσα χρόνια σαν έμπιστος υπηρέτης στον οίκο του Πετεφρή που ήταν επικεφαλής της φρουράς του Φαραώ, ο Ιωσήφ βρίσκεται άδικα κλεισμένος μέσα στα μπουντρούμια του βασιλιά. Η σύζυγος του Πετεφρή προσπάθησε ανεπιτυχώς να τον αποπλανήσει και κατόπιν τον κατηγόρησε ότι προσπάθησε να την βιάσει. Όμως ο Θεός ήταν με το μέρος του Ιωσήφ και σύντομα ο δεσμοφύλακας εμπιστεύτηκε στον Ιωσήφ την καθημερινή διαχείριση της φυλακής.

Πέρασαν κι άλλα χρόνια πριν η ζωή του Ιωσήφ αρχίσει να καθοδηγείται πάλι από τα όνειρα.

Για πταίσματα που δεν εξηγούνται στη Βίβλο, ο Φαραώ έβαλε τον αρχιοινοχόο του και τον αρχισιτοποιό του στην ίδια φυλακή.

Ένα πρωινό, ο αρχιοινοχόος και ο αρχισιτοποιός έδειχναν αρκετά προβληματισμένοι. Ο Ιωσήφ τους ρώτησε γιατί και αυτοί του είπαν: «Και οι δύο μας είδαμε όνειρα, όμως κανένας δεν μπορεί να μας τα ερμηνεύσει».

«Η ερμηνεία των ονείρων είναι δουλειά του Θεού», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ. «Πέστε μου τα όνειρά σας».

Ο αρχιοινοποιός είπε πρώτος το όνειρό του στον Ιωσήφ: «Στο όνειρό μου, είδα μια κληματαριά μπροστά μου. Η κληματαριά είχε τρία κλαδιά που άρχισαν να ανθίζουν και σύντομα έκαναν τσαμπιά από ώριμα σταφύλια. Κρατούσα το κύπελλο του Φαραώ στο χέρι μου, έτσι πήρα ένα τσαμπί από σταφύλια και τα ζούλιξα σε κρασί μέσα στο κύπελλο. Μετά έβαλα το κύπελλο στο χέρι του Φαραώ».

«Να τι σημαίνει το όνειρο», είπε ο Ιωσήφ. «Τα τρία κλαδιά υποδεικνύουν τρεις μέρες. Μέσα σε τρεις μέρες ο Φαραώ θα σε επανατοποθετήσει στη θέση που είχες πριν. Σε παρακαλώ να με θυμηθείς όταν ξαναπάρεις τη δουλειά που είχες. Υπόδειξέ με στον Φαραώ, ώστε να με βγάλει από εδώ».

Όταν ο αρχισιτοποιός είδε ότι η ερμηνεία του ονείρου του αρχιοινοχόου ήταν καλή, είπε κι αυτός το όνειρό του στον Ιωσήφ. «Είδα κι εγώ ένα όνειρο, επίσης. Στο όνειρό μου υπήρχαν τρία κοφίνια με άσπρα ψωμιά πάνω στο κεφάλι μου. Το πάνω καλάθι περιείχε όλων των ειδών τα αρτύματα για τον Φαραώ, όμως ήλθαν τα πουλιά και τα έφαγαν απ’ το καλάθι».

Η ερμηνεία του ονείρου που είχε ο αρχισιτοποιός δεν ήταν καλή, έτσι μπορείτε να φανταστείτε πώς θα ένοιωθε ο Ιωσήφ ενώ εξηγούσε αυτό που του είχε δείξει ο Θεός: «Τα τρία κοφίνια αντιπροσωπεύουν επίσης τρεις μέρες. Σε τρεις μέρες, ο Φαραώ θα δώσει διαταγή να εκτελεστείς».

Τρεις μέρες αργότερα, που έτυχε να είναι τα γενέθλια του Φαραώ, ο αρχιοινοχόος πήρε τη θέση που είχε πριν ενώ ο αρχισιτοποιός θανατώθηκε, ακριβώς όπως προείπε ο Ιωσήφ. Δυστυχώς, ο αρχιοινοχόος ξέχασε τον Ιωσήφ, ο οποίος και συνέχισε να μαραζώνει μέσα στη φυλακή.

Δύο χρόνια αργότερα, ο Φαραώ είδε δύο όνειρα μέσα σε μία νύχτα. Στο πρώτο, επτά υγιείς αγελάδες κατασπαράσσονται από επτά απαίσιες, κοκκαλιάρικες αγελάδες. Στο δεύτερο όνειρο, επτά δεμάτια από σιτάρι μεγάλωναν αγέρωχα και πλούσια. Κατόπιν επτά αδύναμα δεμάτια, ξεραμένα από τον ανατολικό άνεμο, ξεπήδησαν και κατέφαγαν τα επτά υγιή δεμάτια.

Όταν ξύπνησε ο Φαραώ, κάλεσε τους μάγους του και τους σοφούς να του εξηγήσουν τα όνειρα που είχε δει, όμως κανένας δεν μπορούσε να το κάνει. Τελικά ο αρχιοινοχόος είπε στον Φαραώ για τον Ιωσήφ και την ικανότητα του να ερμηνεύει όνειρα. Ο Φαραώ έστειλε και έφεραν μπροστά του τον Ιωσήφ από τη φυλακή.

Καθώς ο Φαραώ διηγιόταν τα όνειρά του, ο Θεός έδειχνε στον Ιωσήφ πως Αυτός έδινε στον Φαραώ μια ματιά στο μέλλον της χώρας εκείνης. Θα υπήρχαν επτά χρόνια αφθονίας και στη συνέχεια επτά χρόνια πείνας. Το μήνυμά του Ιωσήφ προς τον Φαραώ ήταν ότι θα έπρεπε να προετοιμαστεί για τα χρόνια πείνας που θα επακολουθούσαν, με το να αποθηκεύσει προμήθειες στα χρόνια της αφθονίας.

Η συμβουλή του Ιωσήφ ευχαρίστησε τον Φαραώ και επέλεξε τον Ιωσήφ να επιβλέπει τη συλλογή και αποθήκευση του περισσεύματος στη διάρκεια των επτά καλών χρόνων. Επίσης διόρισε τον Ιωσήφ κυβερνήτη σε όλη την Αίγυπτο.

Τι έγινε όμως με τα όνειρα του Ιωσήφ με τα αδέλφια του και τους γονείς του στα οποία αυτοί του απέδιδαν τιμές;

Λίγα χρόνια αργότερα όταν ο λοιμός εξαπλώθηκε και στην πατρίδα του Ιωσήφ, τη Χαναάν, ο Ιακώβ έστειλε τα μεγαλύτερα αδέλφια του Ιωσήφ στην Αίγυπτο να αγοράσουν σιτάρι και αναγκάστηκαν γονατιστοί να δείξουν υποταγή μπροστά στον αντιπρόσωπο του Φαραώ, ο οποίος αν και άγνωστο γι’ αυτούς, ήταν ο μικρότερος αδελφός τους. Στη συνέχεια ο Ιωσήφ επινόησε ένα πολύπλοκο σχέδιο ώστε να ανακαλύψει αν είχαν μετανοήσει και όταν πείσθηκε ότι το είχαν κάνει, τους φανέρωσε ποιος ήταν.

Καθώς διαβάζουμε την ιστορία του Ιωσήφ στη Γένεση στα κεφάλαια 37 έως 50, δεν μπορούμε παρά να εκπλαγούμε για το πώς διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας του απ’ τις αναποδιές της τύχης του. Από κακομαθημένο παιδί σε σκλάβο, σε πιστό υπηρέτη, σε κατάδικο, σε έμπιστο φυλακισμένο και τελικά σε δεξί χέρι του Φαραώ, με όλες αυτές οι αναποδιές να παίζουν ρόλο στο να γίνει αυτό που ήθελε ο Θεός να γίνει αυτός, ώστε να διεκπεραιώσει το σχέδιο Του. Ίσως ο ίδιος ο Ιωσήφ να το συνόψισε καλύτερα, όταν αναφερόμενος για τότε που πουλήθηκε σαν σκλάβος, είπε στους μετανοημένους αδελφούς του, «Ο Θεός τα έκανε για καλό».